Πρώτοι οι Βρετανοί απέδειξαν πως το ποδόσφαιρο αποτελεί στοιχείο της συλλογικής ταυτότητας μιας χώρας. Τα πρώιμα χρόνια του 20ού αιώνα, όταν η Βρετανία κυριαρχούσε στο ένα τέταρτο του κόσμου και πίστευε πως ο ήλιος δεν έδυε ποτέ στα εδάφη της, το ποδόσφαιρο ήταν ο κύριος εκφραστής της αλαζονείας της. Θεωρώντας τη Γηραιά Αλβιώνα μητέρα του σύγχρονου ποδοσφαίρου, οι Βρετανοί αρνούνταν να αποδεχτούν πως υπάρχει ποδοσφαιρική ζωή και πέρα από τη Μάγχη και περιορίζονταν σε μια εσωτερική διοργάνωση στην οποία συμμετείχαν Αγγλοι, Σκωτσέζοι, Ουαλοί και Ιρλανδοί. Aρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην ίδρυση της FIFA, απείχαν από τα Παγκόσμια Κύπελλα μέχρι το 1950 και απαγόρευσαν στην πρωταθλήτρια του 1955 Τσέλσι να λάβει μέρος στην παρθενική διοργάνωση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών.

Η πρώτη ουσιαστικά ήττα των σημερινών οπαδών του Brexit σημειώθηκε το 1953, όταν η Ουγγαρία του Φέρεντς Πούσκας νίκησε την Αγγλία στο Γουέμπλεϊ με 6-3.

Με τα χρόνια το βρετανικό ποδόσφαιρο εξελίχθηκε και γεύτηκε όλα τα θετικά και αρνητικά από την εξωστρέφεια στην οποία αναγκάστηκε να προσαρμοστεί.

Σήμερα, η Πρέμιερ Λιγκ αποτελεί το διαμάντι του ποδοσφαιρικού στέμματος χάρη στο οικονομικό θαύμα, το οποίο στηρίχθηκε στην άφιξη εκατοντάδων ευρωπαίων παικτών που ανέβασαν το επίπεδό της. Αν αύριο οι υπέρμαχοι του Brexit και οι νοσταλγοί της Βρετανικής Αυτοκρατορίας αναδειχτούν νικητές, ο ποδοσφαιρικός αταβισμός θα κάνει για μία ακόμα φορά την εμφάνισή του.