Συνέβη την περασμένη Κυριακή. Σε μια μη οργανωμένη παραλία της Αττικής. Ο γνωστός μου, που πήγε εκεί με τη γυναίκα του και το παιδί του, έστησε σε κάποιο σημείο την ομπρέλα που είχε κουβαλήσει από το σπίτι του. Βγαίνοντας από τη θάλασσα όμως είδε πως μια νεαρή, άγνωστή του κυρία είχε στρώσει την πετσέτα της στον ίσκιο σχεδόν της δικής του ομπρέλας. Οταν την παρακάλεσε να απομακρυνθεί κάπως, εκείνη έβγαλε τα γυαλιά ηλίου, τον κάρφωσε απαξιωτικά με σοσιαλιστικό βλέμμα και του είπε: «Γιατί; Δημόσια δεν είναι η παραλία;».

Δεν είναι θέμα κοινωνικής συνείδησης. Νομίζω ότι είναι υπαρξιακός ο λόγος που κάνει πολλούς να θεωρούν πως ό,τι είναι δημόσιο είναι δικό τους. Κατ’ αποκλειστικότητα μάλιστα. Το πιστεύει αυτός που διπλοπαρκάρει ανέμελα την τζιπάρα του, τα κορίτσια που, συζητώντας περισπούδαστα, περπατάνε δυο δυο στο στενό πεζοδρόμιο, ένας φοβερός τύπος ο οποίος την ημέρα μηδέν της μεγάλης καλοκαιρινής φυγής είχε παρκάρει το αυτοκίνητό του στη μέση του δρόμου που έβγαζε στις προβλήτες του Πειραιά και το έπλενε με νερό από δημόσιο κρουνό. Και είναι αυτό ακριβώς το δομικό στοιχείο της προσωπικότητας του μέσου Ελληνα που κανακεύει εμμέσως ο ΣΥΡΙΖΑ. Εστω και με το παράδειγμα στελεχών του που υιοθετούν και επικοινωνούν μεγαλόπρεπα το λουδοβίκειο «l’état,c’est moi». Γι’ αυτό και υπόσχεται στον «λαό» εικονικά πρωταγωνιστικούς ρόλους τάζοντας κάθε τόσο δημοψηφίσματα. Διότι αυτόν τον «λαό» δεν τον νοιάζει ούτε η σκοπιμότητα ούτε η λειτουργικότητα της απόφασής του. Του φτάνει το δικαίωμα να παίρνει αποφάσεις, έστω κι αν αυτές δεν τηρούνται.