Αποτιμώ ως έλλειμμα ηθικής και ξεχαρβάλωμα συστήματος αξιών τα –σε δημόσια θέα –μαχαιρώματα μεταξύ πρώην συντρόφων. Ειδικά τα καρφώματα και τα χτυπήματα κάτω από τη μέση. Οσο αντιπαθής (επί προσωπικού) και αν είναι ο βαλλόμενος, αυτή η τακτική δεν κάνει πιο συμπαθή τον βάλλοντα. Στην πολιτική, δε, το να καρφώνεις πρώην συντρόφια αποτυπώνει και έλλειμμα σωστής εκτίμησης. Τα «ξεγελάστηκα», «παραπλανήθηκα», «αυταπατήθηκα» δεν αποτελούν δικαιολογίες αλλά τρύπες στη νοητική, συναισθηματική και ιδεολογική επάρκεια κάποιου. Οταν μάλιστα ο πολιτευόμενος παραπλανάται κατά συρροή και για να έρθει στα ίσα του αλλάζει κόμματα, υποψιάζομαι και ωφελιμιστικά κίνητρα. Ή πολύ μεγάλη αφέλεια. Δεν ξέρω τι από τα δύο είναι χειρότερο για τους μηδίσαντες πολιτικούς. Οι φραστικές φωτοβολίδες των οποίων (όπου και αν απευθύνονται) πείθουν ολοένα και λιγότερους.

Γι’ αυτούς τους λόγους μόνο ως γραφικές ακούω τις κορόνες της Σοφίας Σακοράφα, όταν μάλιστα εξαντλούνται σε αναρτήσεις αγανάκτησης στα social media (το πώς έχει εκπέσει γενικά ο πολιτικός λόγος εξαιτίας αυτού του λανγκάζ και της ρητορικής είναι άλλη μεγάλη ιστορία). Ειδικά μάλιστα αυτό το απειλητικό «Τότε θα τα πούμε» παραπέμπει περισσότερο σε καβγά μεταξύ πρώην εραστών. Και έρχεται η απάντηση από το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ και τα κάνει ακόμη χειρότερα. Αφού δεν αναφέρεται επί της ουσίας, αλλά στο ότι η ευρωβουλευτής δεν είχε πληρώσει τη συνδρομή της όταν ήταν στο κόμμα, λες και αν είχε πέσει το μπαγιόκο θα είχε ελευθέρας στα μπινελίκια. Αναμένω τη συνέχεια, όπως περίμενα κάποτε τα επόμενα επεισόδια στη «Λάμψη» του Φώσκολου.