Οπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έγραφε ο ποιητής. Σε ύφος πιο πεζό, όπου και να βρέθηκε κανείς τις ημέρες του Πάσχα η Ελλάδα ήταν γεμάτη. Μπορεί να ήταν το αίσθημα φυγής του μέσου Ελληνα –η αντίδραση στην κλειστοφοβία της πολιτικο-οικονομικής καθημερινότητας. Μπορεί να είναι και τα μετρητά στην τσέπη ή κάτω από τα στρώματα –αφού τα χρήματα που έφυγαν από τις τράπεζες από τον Δεκέμβριο του ’14 ώς τον Ιούνιο του ’15 δεν επέστρεψαν ποτέ στα γκισέ. Εν μέρει λόγω αβεβαιότητας και εν μέρει από τον φόβο της Εφορίας. Είναι αυτά τα περίπου είκοσι πέντε δισ. που παραμένουν σε κυκλοφορία –κάτι που εξηγεί την εορταστική κίνηση.

Στο μεταξύ τα Μνημόνια συνεχίζουν να πληγώνουν την Ελλάδα. Η κυβέρνηση επέλεξε να στείλει Σαββατοκύριακο στη Βουλή το Ασφαλιστικό, όχι γιατί υπάρχει ζήτημα κατεπείγοντος. Αλλά για να εκμεταλλευτεί τη μεταπασχαλινή ραστώνη και να δημιουργήσει εντυπώσεις ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας. Εστω κι αν αυτή είναι μια συνεδρίαση προεξοφλημένη –με την έννοια ότι δεν αναμένεται συμφωνία. Κάτι που δεν σημαίνει όμως ότι δεν μπορεί να γίνεται παιχνίδι.

Τι παιχνίδι όμως; Τυφλόμυγα, λέει σήμερα στα «ΝΕΑ» κορυφαίος –πρώην –υπουργός… Εκτός αν κάτω από το μαντίλι με το οποίο έχει κλείσει τα μάτια της η κυβέρνηση βλέπει πού πάει. Δηλαδή ξέρει πού το πάει. Στην περίπτωση αυτή, απλώς σκηνοθετεί πολιτικά τη μετάβασή της από το αντιμνημόνιο που την έφερε στην εξουσία στην εφαρμογή του Μνημονίου που θα την κρατήσει στην εξουσία. Αυτό είναι και το σενάριο των γνωστικών –από τις αγορές και τα ξένα κέντρα ώς τους ψύχραιμους εγχώριους παρατηρητές.

Η αναφορά σε λέξεις όπως «σκηνοθεσία» ή «σενάριο» υπενθυμίζει ότι η πολιτική μπορεί να είναι και θέατρο. Μόνο που δεν θα καταλήξει σε χειροκρότημα η κυβερνητική παράσταση που παρακολουθούμε εδώ και αρκετές εβδομάδες –με τις λευκές νύχτες των διαπραγματεύσεων, τα πηγαινέλα στην Ευρώπη και τα γιουρούσια στη Βουλή με μονομερείς νομοθετικές πρωτοβουλίες. Οι θεατές έχουν κουραστεί να βλέπουν το ίδιο έργο με άλλον θίασο.