Θα αντέξει το πολιτικό κέντρο την τεράστια πίεση που δέχεται από τον δεξιό και αριστερό λαϊκισμό; Ή κάποιος Ερικ Χόμπσμπομ στο μέλλον θα γράψει για μια νέα «Εποχή των άκρων», της οποίας θα είμαστε εμείς οι μάρτυρες και οι πρωταγωνιστές; Είναι ένα ερώτημα που άρχισε να διατυπώνεται δειλά το 2008, όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια της κρίσης. Και από τότε επικαιροποιείται συχνά και πάντα με αφορμή κάποιο νέο γεγονός. Το τελευταίο από αυτά ήταν η απόλυτη κυριαρχία του Ντόναλντ Τραμπ στο κόμμα των Ρεπουμπλικανών. «Μόνος με τη Χίλαρι» έγραψαν χθες «ΤΑ ΝΕΑ». Τι απομένει για να μπει μόνος και στον Λευκό Οίκο;

Ο Τραμπ είναι μόνο μια ψηφίδα του παζλ, ένα κάδρο σε μια πινακοθήκη γεμάτη από πορτρέτα ηγετών που άλλοτε φυτοζωούσαν στις παρυφές του συνταγματικού τόξου και στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος. Αλλά η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, ο Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία, η Ακροδεξιά στην Αυστρία, οι υπερσυντηρητικοί στην Πολωνία και την Ουγγαρία, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην Ελλάδα δεν είναι πλέον περιθώριο. Είναι δυνάμεις που κατέκτησαν την εξουσία ή που φιλοδοξούν να την κατακτήσουν. Ο λαϊκισμός δεν είναι απλώς ένας άνεμος που πνέει εδώ και μερικά χρόνια στην Ευρώπη και τώρα στην Αμερική. Αποκτά τη δυναμική της κυρίαρχης ιδεολογίας και –από τη φύση του –τη βαρύτητα του καθεστώτος.

Το φαινόμενο έχει τέτοιο εύρος που αποκτά πλέον ιστορική διάσταση: Δυόμισι δεκαετίες μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όχι μόνο κάποιες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ «πουτινοποιούνται», αλλά η δημοκρατία υποχωρεί και στη Δύση. Το χαρακτηριστικό των δημοκρατιών του 21ου αιώνα δεν είναι η εξάπλωση αλλά ο περιορισμός. Οι δημοκρατίες κινδυνεύουν για πρώτη φορά από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με μια διαβρωτική συρρίκνωση, οι θεσμοί τους υπονομεύονται ανοικτά, ένα τμήμα της κοινής γνώμης εμφανίζεται όλο και πιο δύσπιστο απέναντί τους, όλο και πιο ευεπίφορο στις υποσχέσεις για ταχεία επιστροφή σε ένα ιδανικό παρελθόν.

Φαινόμενα χωρίς αιτίες δεν υπάρχουν. Αν η μεσαία τάξη –και όχι μόνο τα μέλη της που χτυπήθηκαν από την κρίση, αλλά και εκείνα που αισθάνονται ότι απειλούνται τα κεκτημένα τους –στρέφεται προς τα άκρα, θα υπάρχει ένας συγκεκριμένος λόγος, κάποια έλλειψη, μια ή περισσότερες ανάγκες τις οποίες δεν μπορούν να ικανοποιήσουν οι μετριοπαθείς εκφράσεις του πολιτικού φάσματος. Κι όμως. Ο κόσμος δεν αισθανόταν πιο ασφαλής όταν πάνω από τον πλανήτη πλανιόταν το φάντασμα της πυρηνικής απειλής. Ούτε η μεσαία τάξη της εποχής είχε το μέγεθος και το βιoτικό επίπεδο που έχει η σημερινή.

Η ανασφάλεια και οι οικονομικές ανισότητες δεν αρκούν επομένως για να εξηγήσουν την έφοδο των λαϊκιστών. Οσο κι αν μοιάζουν σήμερα να είναι οι βασικές αιτίες της κρίσης, φαίνεται να υπάρχει και κάτι ακόμη που σπρώχνει τις δυτικές κοινωνίες προς τα άκρα. Ο,τι και να είναι αυτό, την οριστική χαρτογράφηση θα κάνουν οι Χόμπσμπομ του μέλλοντός μας. Είτε ως μια καταστροφή που αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή είτε ως μια τραγωδία που τελικά δεν μπορέσαμε να αποφύγουμε.