Στην τελευταία έκθεσή του, ακόμη και ο αισιόδοξος ΙΟΒΕ προδιαγράφει μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για την ελληνική οικονομία. Να προσθέσουμε τη δομική οπισθοχώρηση της χώρας.

Τράπεζες δεν υπάρχουν, το Προσφυγικό συνδέεται και με γεωπολιτικές μεταβολές, ο ευρωσκεπτικισμός αυξάνεται, η κοινωνική ασφάλιση αμφισβητείται ακόμη και ως κοινωνική αξία, η δικαιοσύνη θυμίζει όλο και περισσότερο αντιμεταρρύθμιση, η παιδεία όχι μόνο δεν καλλιεργεί αλλά ούτε καν εκπαιδεύει, το προβληματικό ελληνικό κοινωνικό κράτος από πελατειακό γίνεται ανύπαρκτο, η δημοκρατία και οι θεσμοί της μεταλλάσσονται σε ιδεολογικούς μηχανισμούς της κυβέρνησης.

Απέναντι σε αυτό χρειάζεται να επινοήσουμε μια νέα μεταπολίτευση.

Ποιες πολιτικές δυνάμεις όμως μπορούν να ορίσουν τις συντεταγμένες μιας τέτοιου τύπου καταστατικής πολιτικής περιόδου;

Μετά την εκλογή Μητσοτάκη στη ΝΔ και τα πρώτα δείγματα πολιτικής από μέρους του, η συζήτηση άρχισε να τίθεται στις πραγματικές της διαστάσεις. Και ένα φάντασμα ξανάρχισε να πλανιέται πάνω από το πολιτικό σύστημα. Οχι του Μεγαλέξαντρου αλλά το φάντασμα της Κεντροαριστεράς.

Ανοιξε εξ αντανακλάσεως η συζήτηση περί αναγκαιότητας ενός μεταρρυθμιστικού, εξισορροπητικού, ριζοσπαστικού κεντρώου χώρου, ενός πολυσυλλεκτικού τρίτου πόλου. Χρειάστηκαν γι’ αυτό τέσσερα χαμένα χρόνια.

Φάντασμα λοιπόν η Κεντροαριστερά; Ψυχή νεκρού που εμφανίζεται στους ζωντανούς ή κάτι που εμφανίζεται και εξαφανίζεται εντελώς απρόσμενα σε πείσμα των καιρών.

Ισχυρίζομαι το δεύτερο. Η Κεντροαριστερά υπάρχει ως διαρκές ιστορικό ρεύμα και τώρα ως οικονομική, πολιτική, πολιτισμική αναγκαιότητα.

Ως πολιτικό σχέδιο των χαμένων της κρίσης που δεν είναι μόνο φιλευρωπαίοι, ούτε μόνο φιλελεύθεροι, ούτε μόνο αντιλαϊκιστές, ούτε μόνο μεταρρυθμιστές, ούτε μόνο αντιΣΥΡΙΖΑ, ούτε μόνο νέοι. Είναι όλα και άλλα πολλά. Ενα πολιτικό σχέδιο που ενώνει την Ευρώπη με την εθνική αξιοπρέπεια, τη μεσαία τάξη με τις αλλαγές, την αξιοκρατία με τις ανατροπές, τους αριθμούς με το λαϊκό αίσθημα. Την αλήθεια με την πολιτική.

Με την προσπάθεια συγκρότησης μιας κοινής επιτροπής διαλόγου μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Ποταμιού φτάνουμε –ελπίζω –στο τέλος της αρχής.

Το τέλος, που δεν είναι εύκολο, οδηγεί στην ιστορική επανίδρυση του χώρου. Κάθε προσπάθεια για την επανίδρυσή του όμως πρέπει να κινηθεί αντιπολωτικά.

Δεν είμαστε δεδομένοι σε τίποτα και για τίποτα. Απαιτούμε και επιβάλλουμε νέους πολιτικούς συσχετισμούς που κρίνονται στον λαό, όχι στα καπνισμένα από το τσιγάρο κομματικά γραφεία. Απευθυνόμαστε στους ψηφοφόρους του Ναι που θέλουν σταθερότητα και λογική και στους ψηφοφόρους του Οχι που θέλουν αλλαγή και αλληλεγγύη. Απευθυνόμαστε στους «ψηφοφόρους» της αποχής που δεν θέλουν τίποτα πια.

Η κοινή αγωνία είναι το μέλλον το δικό τους και των οικογενειών τους. Κι αυτό είναι το σημείο τομής. Αυτό είναι η βάση ενός νέου πολιτικού σχεδίου ενός σύγχρονου μεταρρυθμιστικού, κεντροαριστερού ρεύματος.

Η Αθηνά Δρέττα είναι στέλεχος του Ποταμιού