Αυτή τη φορά δεν υπάρχει ούτε μισό δέντρο που να κρύβει το δάσος. Η προσφυγική κρίση είναι εδώ, μπροστά στα μάτια μας. Τη βλέπει κανείς στα παγκάκια της Πλατείας Βικτωρίας, στις σκηνές της Ειδομένης, στις νέες αφίξεις στα νησιά του Αιγαίου. Αλλά τη βλέπει και στα παραλυτικά κρούσματα της εκμετάλλευσης των προσφύγων, στις δικές τους αψιμαχίες γύρω από τα φορτηγά που μοιράζουν τρόφιμα, στην αδυναμία στοιχειώδους διαχείρισης από το κράτος.

Η κυβέρνηση είχε δει το κύμα να έρχεται. Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, η δημιουργία ενός χαρτοφυλακίου για τη μετανάστευση ήταν προϊόν αυτής της διορατικότητας. Μόνο που δεν το είδε υπό το πρίσμα ενός ασφυκτικού εγκλωβισμού δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στο έδαφός της, αλλά ως μια ευκαιρία που προσφέρεται σε μια χώρα διέλευσης. Για την τότε αρμόδια υπουργό ήταν μια ευκαιρία να κάνει επίδειξη ανθρωπισμού, για τον υπουργό Αμυνας να απειλήσει με εξαγωγές τζιχαντιστών και για τον ίδιο τον Πρωθυπουργό να φλερτάρει με την ιδέα μιας ανταλλαγής, όπου η Ελλάδα θα προσφερόταν ως «αποθήκη ψυχών» για να την ξεφορτώσουν οι Βρυξέλλες από μερικά δισ. χρέους.

Το σχέδιο «λίγο φιγούρα, λίγο τσαμπουκάς και λίγο παζάρι» κατέρρευσε με το κλείσιμο των βόρειων συνόρων. Από χώρα υποδοχής και διέλευσης, η Ελλάδα μετατράπηκε, όπως είπε χθες και ο αρμόδιος υπουργός, σε χώρα εγκατάστασης. Σε έναν υπερκορεσμένο μεθοριακό σταθμό που δονείται από την απελπισία. Οπως με την οικονομική κρίση, η Ελλάδα έμεινε μόνη της με το πρόβλημά της. Κι αν η Ανγκελα Μέρκελ κράτησε τότε την Ελλάδα στον πυρήνα του ευρώ, σήμερα είναι η μόνη που μπορεί να την κρατήσει στον πυρήνα της Σένγκεν. Οχι πια ως Ναζί με χιτλερικό μουστάκι. Αλλά ως εξπρεσιονιστικός άγγελος, αποκαθαρμένος και αναβαπτισμένος από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.