Ηταν κάπου στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980. Με νωπό ακόμη τον θρίαμβο από το «Ονομα του ρόδου», ο Ουμπέρτο Εκο είχε επισκεφθεί ένα μικρό πανεπιστήμιο στην Κεντρική Ιταλία για να δώσει διάλεξη. Στο κοινό ήταν και μια ελληνίδα πρωτοετής φοιτήτρια. Είχε πάει να παρακολουθήσει τον συγγραφέα περισσότερο από τη φυσική περιέργεια που προκαλεί η φήμη. Στο τέλος έφυγε μαγεμένη από αυτά που έλεγε και από αυτό που ήταν ο Εκο. Αγόρασε το βιβλίο του και το διάβασε μέσα σε λίγες ημέρες με τη βοήθεια ενός λεξικού.

Ο Εκο ήταν ένας αναγεννησιακός άνθρωπος, ο κατ’ εξοχήν αναγεννησιακός της εποχής μας. Ετσι εξηγείται η ικανότητα με την οποία φώτισε τον Μεσαίωνα η στέρεη αφοσίωσή στον ορθό λόγο, τη γνώση και την παρατήρηση, η διάθεσή του να μοιραστεί σε μια ευφυώς στρωτή γλώσσα ό,τι μάθαινε και ό,τι στοχαζόταν, η άνεσή του σε διάφορα πεδία της επιστήμης και διάφορα επίπεδα της ζωής. Η ελληνίδα φίλη τον είχε δει σε εκείνη τη διάλεξη, εκατοντάδες χιλιάδες σινεφίλ τον είχαν δει σε ένα πέρασμα στη «Νύχτα» του Αντονιόνι χωρίς πιθανότατα να καταλάβουν ότι ήταν αυτός –ήταν πολύ νέος και στο πλάνο κυριαρχούσε η μελαγχολική ανία της Ζαν Μορό.

Ο καλύτερος τίτλος στα πολλά δημοσιεύματα για τον Ουμπέρτο Εκο ανήκει στη «Ρεπούμπλικα»: «Ο μελετητής που ήθελε να διασκεδάζει». Κανένας δεν διασκέδασε με τη γνώση όσο ο Εκο, κανένας δεν απόλαυσε το διάβασμα σαν να ήταν ευφορική ουσία. Ο Μπερνάρ Πιβό χαιρόταν να φιλοξενεί στην εκπομπή του αυτό το σπινθηροβόλο, ελεύθερο και παιγνιώδες πνεύμα. Εκεί είχε πει ο Εκο ότι είχε γίνει διάσημος στη Γαλλία επειδή το όνομά του είχε μόνο τρία γράμματα και το έβαζαν συχνά στα γαλλικά σταυρόλεξα. Εκεί είχε πει ότι υπάρχει ένας ιταλός μελετητής των γαλλικών γραμμάτων με ακόμη λιγότερα γράμματα. Λεγόταν Carlo Bo. Και ήταν ο σεβάσμιος πρύτανης εκείνου του μικρού πανεπιστημίου στην Κεντρική Ιταλία.