Το εκλογικό σύστημα είναι σαν τον χρυσό κανόνα: όποιος έχει τον χρυσό, φτιάχνει τον κανόνα. Κορυφαίο παράδειγμα ο εκλογικός νόμος «του Μένιου» –σχεδόν απλή αναλογική σε συνθήκες βαθέος δικομματισμού –που υποχρέωσε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη σε τριπλές κάλπες πριν κυβερνήσει τελικά με την ψήφο του μακαρίτη Κατσίκη.

Μάλιστα, ο Ανδρέας Παπανδρέου σχεδίαζε να δώσει την «άδολη και ανόθευτη» αναλογική στον –τότε ενιαίο –Συνασπισμό των Φλωράκη – Κύρκου, προκειμένου να εξασφαλίσει την κυβερνητική συνεργασία με την Αριστερά. Το σχέδιο απέτυχε όταν ανέλαβαν δράση τα μυζηθροπιτάκια της μακαρίτισσας Μαρίκας –και ο Συνασπισμός υπέστειλε προσωρινά τη σημαία της απλής αναλογικής.

Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, το διάδοχο σχήμα εκείνης της Αριστεράς, ετοιμάζεται να αναζητήσει 200 βουλευτικές ψήφους που θα καταστήσουν άμεσα λειτουργική τη δική του εκδοχή της απλής αναλογικής: σε ένα κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό, με αρκετά κόμματα να συνωστίζονται λίγο πάνω από το κατώφλι του 3%, ο πειρασμός είναι μεγάλος –και οι πρόθυμοι αρκετοί.

Αυτό που επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εξαιρετικά απλό: με τη μείωση του μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, η αυτοδυναμία γίνεται αδιανόητη και αυτομάτως ο δεύτερος παύει να είναι εκτός κυβερνητικού παιχνιδιού: όπως στην Πορτογαλία, όπου το Λαϊκό Κόμμα –η Νέα Δημοκρατία τους –αν και πρώτο σε ψήφους, έμεινε στην αντιπολίτευση και την κυβερνητική πλειοψηφία συγκροτούν οι πορτογάλοι Σοσιαλιστές, ο πορτογαλικός ΣΥΡΙΖΑ και οι πορτογάλοι κομμουνιστές.

Ο δικός μας ΣΥΡΙΖΑ είναι ήδη δεύτερο κόμμα στις δημοσκοπήσεις –και των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Αλλωστε, η σχεδόν απλή αναλογική έχει ακόμα ένα χαρακτηριστικό: διευκολύνει τις διασπάσεις των κομμάτων όταν υπάρχουν πολιτικές διαφορές, όπως συμβαίνει στη ΝΔ –ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη διασπαστεί και πλέον στοιχίζεται πίσω από τον Αλέξη Τσίπρα και τις επιλογές του.