Το είχε πει ο ηθοποιός Κώστας Αρζόγλου, άνθρωπος χαμηλών τόνων, καλεσμένος σε τηλεοπτική εκπομπή από αυτές τις τάχα μου μες στο κέφι στις οποίες όλοι συμπεριφέρονται σαν να είναι φίλοι από τα Αγγλικά του Στρατηγάκη. Οι παρουσιαστές και τα συμπαρομαρτούντα τους προσπαθούσαν να τον κάνουν να χαλαρώσει, μιλούσαν στον ενικό, αστειεύονταν. «Αισθάνεσαι άνετα;» τον ρώτησαν κάποια στιγμή. «Αισθάνομαι τόσο άνετα ώστε νιώθω αμηχανία» απάντησε. Ηταν αφορμή για να καταγράφω, ασυνείδητα σχεδόν, τις περιπτώσεις εκείνες που η εκτός τόπου και χρόνου άνεση και χαλαρότητα στριμώχνουν την ουσία αντί να την αναδεικνύουν. Η πιο πρόσφατη, την Πρωτοχρονιά, καθώς έβλεπα την υποδοχή των πολιτικών αρχηγών από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Ο Προκόπης Παυλόπουλος απευθυνόταν στον ενικό και σε ένα πνεύμα χαλαρότητας σε συγκέντρωση συμμαθητών. Δεν αμφισβητώ τις προθέσεις του Προέδρου, το αποτέλεσμα όμως ήταν αποκαρδιωτικό, σε μια εποχή που μοιάζει υπαρξιακή η ανάγκη μας, ως έθνος, για τη λειτουργία των θεσμών, έστω και σε επίπεδο τυπικού λανγκάζ. Από την άλλη, δεν θα έπρεπε να περιμένω κάτι περισσότερο όταν εδώ και έναν χρόνο η προοδευτικότητα έχει περιοριστεί και εικονοποιηθεί από την κυβερνώσα τάξη στο «πουκάμισο χωρίς γραβάτα». Ενώ οι κώδικες του δημόσιου λόγου και εικόνας παραπέμπουν (ανάλογα με την περίπτωση) από καφενείο έως πενταήμερη. Στον αστικό πολιτισμό ενός αστικού κράτους, ο τύπος συμβαίνει συχνά να είναι και η ουσία. Ετσι το πρόβλημα δεν είναι μόνο να εκλαμβάνεται η σοβαροφάνεια ως σοβαρότητα αλλά και να ερμηνεύεται η σοβαρότητα ως σοβαροφάνεια. Το δεύτερο μάλιστα μπορεί να είναι πιο επικίνδυνο.