Στον αντίποδα της δίκης του γερμανού ιστορικού Χάιντς Ρίχτερ που, στην πραγματικότητα, βάζει στο εδώλιο την επιστημονική άποψη, πριν από λίγες μέρες έγινε μια άλλη δίκη. Με «κατηγορούμενη» την κοινή λογική, το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Θα μπορούσε να είναι διήγημα του Κάφκα ή ταινία των αδελφών Ταβιάνι και να εξελισσόταν κάπου στη Νότια Ιταλία. Εγινε όμως στην Πελοπόννησο. Η υπόθεση, όπως διαβάζω, έχει ως εξής: ένας ταλαίπωρος, ορεσίβιος συνταξιούχος, με σύνταξη 3.600 ευρώ τον χρόνο, είπε ο άνθρωπος να αναβάλει τον εξ ασιτίας θάνατο και κούρευε πού και πού κανένα συγχωριανό του για να αβγατίσει το πενιχρό εισόδημά του. Εγινε όμως ανώνυμη καταγγελία, έσπευσε για έλεγχο το ΣΔΟΕ, αλλά οι ελεγκτές έκαναν τα στραβά μάτια στην ανθρώπινη ανάγκη και δεν επέβαλαν πρόστιμο για φοροδιαφυγή του τρομερού ποσού των 40 ευρώ. Ετσι, ελεγκτές και μπαρμπέρης βρέθηκαν στο δικαστήριο. Οπου το Δημόσιο εκπροσωπήθηκε από δύο δικηγόρους.

Φυσικά οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν, αφού μάλιστα ο κουρέας, από την επομένη του ελέγχου, είχε βάλει ταμειακή μηχανή και είχε κάνει έναρξη επιτηδεύματος. Ωστόσο, το καφκικό στοιχείο της υπόθεσης αναδίδει ανάγλυφα την παθογένεια ενός συστήματος που κυνηγάει κύκλωπες και συλλαμβάνει νάνους. Και, όσο άσχετες και να φαίνονται, τη δίκη του καθηγητή Ρίχτερ και του φουκαρά μπαρμπέρη συνδέει μια αόρατη κλωστή, πάνω στην οποία ισορροπεί μια εικονική πραγματικότητα, ένα παράλληλο σύμπαν. Αποπροσανατολιστικό και επικίνδυνο. Ωστόσο, εγώ θα ήθελα να ξέρω αυτόν τον «μάγκα» που κατήγγειλε ανώνυμα τον μπαρμπέρη του χωριού. Να μου εξηγήσει τα κίνητρά του.