Βεβαίως και το Πολυτεχνείο ζει και θα μείνει ως σύμβολο όχι μόνο αντίστασης αλλά και διεκδίκησης μιας αναβαθμισμένης, σε όλα τα επίπεδα, ζωής. Αυτό σηματοδοτεί το σύνθημά του, «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία», που ανάγει την εξασφάλιση της εργασίας και τη μόρφωση σε προϋπόθεση ανεξαρτησίας. Το Πολυτεχνείο ζει λοιπόν αλλά δεν αισθάνεται πολύ καλά. Οχι τελευταία που μπήκε στα σαράντα αλλά παιδιόθεν, μια και κάποιες παιδικές ασθένειες φαίνεται ότι του άφησαν κουσούρια. Το συνειδητοποίησα άλλη μια φορά χθες που οι μισοί τουλάχιστον από εμάς επιδοθήκαμε στο αγαπημένο σπορ του πολυτεχνειολόγου. Είτε ζούσαμε είτε τα μάθαμε από τους γονείς και τους καθοδηγητές μας είτε ήμασταν στο εξωτερικό είτε μικρά παιδιά εκείνο τον Νοέμβριο. Αν σκεφθεί κανείς ότι από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έχουν μεσολαβήσει δέκα χρόνια περισσότερα απ’ όσα από την Κατοχή μέχρι το 1973, είναι εντυπωσιακό πως ακόμη αναλύονται οι συνισταμένες του και η προβολή τους στο σήμερα.

Η συμβολοποίηση της εξέγερσης τής προσέδωσε χαρακτηριστικά που ουδέποτε είχε. Δεν πειράζει, φυσικό είναι, η Ιστορία γράφεται με το μελάνι της υπερβολής της. Ωστόσο η συμμετοχή στο Πολυτεχνείο (συνειδητή ή τυχαία) δεν θα πρέπει να αποτελεί σήμερα ούτε κολυμβήθρα του Σιλωάμ ούτε συμβόλαιο ζωής. Τιμητικό παράσημο είναι που δεν εξαργυρώνεται, ούτε δεσμεύει. Ετσι, το ότι «έφαγε ξύλο στο Πολυτεχνείο» δεν αποτελεί για κανέναν πολιτικό τεκμήριο αθωότητας αναφορικά με τα τωρινά του έργα και ημέρες. Ούτε θέτει υπό αμφισβήτηση τη Μαρία Δαμανάκη, όταν η «φωνή» της εξέγερσης αναλαμβάνει επικεφαλής μεγάλων διεθνών οργανισμών.