Στις 6 Δεκεμβρίου η Λολά Σαλινές θα γινόταν 29 χρόνων. Ζούσε στο 6ο Διαμέρισμα, εργαζόταν για έναν εκδοτικό οίκο, ήταν πάντα χαμογελαστή. Ο Ματιέ Ζιρού ήταν 39 χρόνων, πατέρας ενός παιδιού, ενώ σε λίγους μήνες θα γινόταν ενός δεύτερου. Η 28χρονη Βαλέρια Σολεσίν είχε μεγαλώσει στη Βενετία και είχε κάνει διδακτορικό στη Σορβόννη. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ζούσε στο Παρίσι και σύμφωνα με την ιταλίδα μητέρα της βοηθούσε πάντα τους κλοσάρ. Κανένας τους δεν πρόλαβε να ζήσει μια ολόκληρη ζωή, όλοι τους έζησαν έναν απολύτως άδικο θάνατο. Και όχι επειδή ένας άδικος κόσμος σπρώχνει τους κοινωνικά αποκλεισμένους στο μαζικό έγκλημα, όπως θέλει η εύκολη ανάλυση και τα κλισέ της κοινωνιολογίας του καφενείου.

Το πρόβλημα με αυτού του είδους τις αναλύσεις είναι ότι τώρα ξέρουμε κάτι περισσότερο από τις αδικοχαμένες ζωές των θυμάτων. Ξέρουμε ποιες ήταν και οι βολεμένες ζωές των θυτών τους. Ο Αμπντελαμίντ Αμπαούντ, ο άνθρωπος που θεωρείται ιθύνων νους των επιθέσεων στο Παρίσι, είχε τελειώσει ένα από τα καλύτερα σχολεία των Βρυξελλών και ο πατέρας του δηλώνει ότι ντρέπεται γι’ αυτόν. Οι τέσσερις που είχαν χτυπήσει το 2005 στο Λονδίνο σπούδαζαν στο Πανεπιστήμιο του Λιντς –ένας από αυτούς λάτρευε το κρίκετ. Ενας από τους ανθρώπους που είχε σκορπίσει έναν χρόνο νωρίτερα τον θάνατο στον σιδηροδρομικό σταθμό της Μαδρίτης ήταν οπαδός της Ρεάλ.

Είναι όλοι αυτοί της γης οι κολασμένοι; Οχι, είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, όπως ήταν και τα θύματά τους. Κι αυτό που μένει να εξηγηθεί επαρκώς δεν είναι η ζωή τους στο ανύπαρκτο περιθώριο που υποτίθεται ότι έζησαν, αλλά ο φανατισμός τους και το μίσος τους εναντίον ενός τρόπου ζωής που απόλαυσαν και οι ίδιοι. Το πρόβλημα, με άλλα λόγια, δεν είναι ότι αυτοί ζουν στη Δύση μια στερημένη ζωή. Αλλά ότι στερούν τόσο κυνικά και απάνθρωπα τη ζωή των άλλων.