Δεν είναι μόνο μια τραγωδία αυτό που βλέπουν οι Γάλλοι στις τυφλές επιθέσεις στο Παρίσι. Δεν είναι μόνο τρόμος, δεν είναι αποκλειστικά μια ασύμμετρη απειλή. Είναι και μια πράξη πολέμου. Το αντιλαμβάνεται κανείς είτε ακούσει τον Νικολά Σαρκοζί της γαλλικής Δεξιάς είτε διαβάσει τον Λοράν Ζοφρέν της αριστερής «Λιμπερασιόν»: από το βράδυ της Παρασκευής η Γαλλία βρίσκεται σε πόλεμο. Και οι υπόλοιποι; Είναι έτοιμος ο κόσμος, αυτός ο κόσμος που δεν είναι πια μόνο η Δύση αλλά και οι Ρώσοι και οι Αραβες, να συγκροτήσει μια συμμαχία για να ξεριζώσει από τη ρίζα του το πιο σκοταδιστικό κακό του 21ου αιώνα; Ή θα εκφράσει για μερικές ημέρες τη συμπαράστασή του φωτίζοντας κτίρια στα χρώματα της γαλλικής σημαίας και για τις πολύ περισσότερες ημέρες που θα έρθουν θα κλείνεται όλο και περισσότερο στον εαυτό του;

Αν η ζωή των ρώσων επιβατών του αεροπλάνου που πετούσε πάνω από το Σινά δεν αξίζει λιγότερο από τη ζωή των Γάλλων που διασκέδαζαν παρακολουθώντας μια συναυλία, τρώγοντας στο «Petite Cambodge» ή βλέποντας μπάλα, τότε τα θύματα είναι πολύ περισσότερα από τους τουλάχιστον 130 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους προχθές στο Παρίσι. Και αν προστεθούν στους νεκρούς τα θύματα του σκλαβοπάζαρου που συνήθως είναι παιδιά, τα θύματα των βιασμών και τα τεκμήρια 2.000 χρόνων του ανθρώπινου πολιτισμού που γίνονται κομμάτια, τότε ζούμε μια βαρβαρότητα σε συνεχή εξέλιξη, μια θηριωδία σε υπερθετικό βαθμό.

Σε αυτόν τον πόλεμο που δεν έχει κηρυχθεί ακόμη ή μάλλον που έχει κηρυχθεί μόνο από τη μία πλευρά, οι πρόσφυγες είναι δύο φορές θύματα. Επεσαν θύματα του ξεριζωμού και τώρα πέφτουν θύματα της καχυποψίας, από θύματα των τζιχαντιστών και της μισαλλοδοξίας γίνονται θύματα των ακροδεξιών και της ξενοφοβίας. Η Γαλλία αισθάνεται από χθες ότι το Ισλαμικό Κράτος πρέπει να ηττηθεί οριστικά. Και δεν μπορεί κανείς παρά να μοιραστεί τα ίδια συναισθήματα. Γιατί τα θύματα είναι τόσο πολλά και τόσο διαφορετικά μεταξύ τους που αξίζουν κάτι περισσότερο από ένα συλλογικό πένθος.