Ο Αλέξης Τσίπρας έχει δίκιο: η απαίτηση να αρθεί η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι παράλογη. Μόνο που αυτό το παράλογο είναι η συνέχεια ενός παραλογισμού στη δημιουργία του οποίου συνέβαλε ο ίδιος πρώτα με τη ρητορική του όταν ήταν στην αντιπολίτευση κι έπειτα με την πολιτική του όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση. Το Μνημόνιο ΙΙΙ είναι το πιο απτό αποτέλεσμα της διαδρομής του από την Κουμουνδούρου στο Μέγαρο Μαξίμου. Και το πιο παράλογο: τα περισσότερα από τα μέτρα που υποχρεώνεται να πάρει σήμερα η κυβέρνησή του θα είχαν αποφευχθεί εάν δεν είχαν προηγηθεί οι πρόωρες εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου και οι επτά μήνες της διαπραγμάτευσης με πρωταγωνιστή τον Γιάνη Βαρουφάκη –τον υπουργό που τίμησε όσο κανείς άλλος το θέατρο του Ιονέσκο.

Το κόστος αυτού του παραλογισμού αρχίζει σιγά σιγά να γίνεται αισθητό. Και είναι πολύ υψηλό όχι μόνο για τους φορολογουμένους που θα κληθούν να το πληρώσουν, αλλά και για την κυβέρνησή του. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο Πρωθυπουργός επιστρατεύει τη λύση στην οποία είχαν καταφύγει και οι προκάτοχοί του: κάνει επικοινωνιακή διαχείριση παρά πραγματική πολιτική, προτιμά το βολικό εφέ από την άβολη ουσία. Το τελευταίο δείγμα είναι οι χθεσινές δηλώσεις από το αεροδρόμιο με φόντο τη φωτογραφία των τριών γιαγιάδων που ταΐζουν το μωρό μιας πρόσφυγα από τη Συρία. Είναι το φόντο της εύκολης συγκίνησης.

Από το πρόσφατο παρελθόν έχει αποδειχθεί ότι με την επικοινωνιακή διαχείριση δεν πάει κανείς πολύ μακριά. Από αυτήν την άποψη, είναι κάπως παράλογο να προσπαθεί ο Πρωθυπουργός να διαιωνίσει την παραμονή του στο Μέγαρο Μαξίμου με αυτόν τον τρόπο, ενώ στην ουσία διαιωνίζει την κρίση. Ή μπορεί όχι και τόσο. Γιατί όπως θα μπορούσε να διαβεβαιώσει και ο Ευγένιος Ιονέσκο, σε έναν παράλογο κόσμο είναι απολύτως λογικό να πριονίζει κανείς σχετικά αμέριμνος το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται.