Τα χρόνια της κρίσης είναι γεμάτα με παράδοξα. Κι είναι τόσο πολλά και τόσο μεγάλα, που συγκροτούνται ως κανονικότητα. Προεξάρχουσα είναι η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ. Ποτέ στην ελληνική ιστορία ένα τόσο μικρό –από άποψη οργάνωσης –κόμμα δεν κατόρθωσε να γίνει κόμμα κυβερνητικής εξουσίας. Παρεμπιπτόντως, το ΚΚΕ τον Οκτώβριο του 1944 διέθετε 400.000 μέλη και ήλεγχε όλες τις συνδικαλιστικές εκφράσεις της κοινωνίας των «από κάτω». Αλλά και στη Μεταπολίτευση τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο, κυρίως, το ΠΑΣΟΚ είχαν τον έλεγχο όλων των τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, σχεδόν το σύνολο των επιστημονικών συλλόγων και διεκδικούσαν την ηγεμονία του φοιτητικού κινήματος. Στην προκειμένη περίπτωση όμως το παράδοξο είναι το εξής: ο ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη με 35% στις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου, αλλά είναι σχεδόν ανύπαρκτος στη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ και την ΠΑΣΕΓΕΣ, όσο κι αν οι τρεις οργανώσεις είναι αποδυναμωμένες έναντι του παρελθόντος, ενώ στο φοιτητικό κίνημα η ισχνή του παρουσία αγγίζει πλέον τα όρια του φαντάσματος –μόνο 11 φοιτητικά σχήματα έμειναν με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή η σχέση κόμματος και κοινωνικής εκπροσώπησης διαμορφώνει και ορισμένες αντιλήψεις. Οπως επί παραδείγματι το αίσθημα του πολιορκημένου ή του εχθρικού περιβάλλοντος, το οποίο θέλουν να ελέγξουν. Και η κατά συνέπεια ασκούμενη πολιτική είναι αντίστοιχη. Στον αγροτικό χώρο ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγγέλης Αποστόλου εισήγαγε προ ημερών το μοντέλο του «ιδεολογικού συνεταιρισμού» καταργώντας εν μια νυκτί την ΠΑΣΕΓΕΣ όσο αναντίστοιχη των αναγκών του συνεταιριστικού κινήματος κι αν είναι. Πόσω μάλλον που για να συγκροτηθεί ένας συνεταιρισμός σύμφωνα με το νομοσχέδιο απαιτούνται 10 άτομα, όταν για να συσταθεί σωματείο χρειάζονται 20 αιτούντες.

Η μεγάλη όμως σύγκρουση γίνεται στον χώρο των ΜΜΕ. Ερμηνεύσιμη η επιδίωξη της κυβέρνησης. Από τη στιγμή μάλιστα που η κυβέρνηση επέλεξε να γίνει το «ρόπαλο» στα χέρια των εγχώριων και ευρωπαϊκών ελίτ και το πρόβλημά της είναι η διαχείριση της κρίσης και η ομαλή λειτουργία του συστήματος, μέτρα και επιλογές όπως του νομοσχεδίου για τα ΜΜΕ ευλόγως προκαλούν υποψίες. Τηρουμένων των αναλογιών, το πράγμα θυμίζει τους «ανανεωτές κομμουνιστές» που το 1989 ήθελαν να αποκαθάρουν τον ελληνικό καπιταλισμό με την κυβέρνηση Τζαννετάκη. Η σημερινή «κυβερνώσα Αριστερά» του Μνημονίου δεν μπορεί να είναι ούτε άμωμη, ούτε άσπιλη, ούτε αμόλυντη. Και το ΚΚΕ έχοντας διδαχθεί από το 1989 έχει γίνει σοφότερο. Κι η τοποθέτησή του είναι σωστή.