Πόσο μακρινή ήταν η προοπτική της εξουσίας πριν από μόλις δύο – τρία χρόνια για τον ΣΥΡΙΖΑ; Την απάντηση δίνουν άθελά τους ο Γιώργος Σταθάκης και ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ο ένας έκανε τη συμπληρωματική δήλωση για το «ελλιπές» πόθεν έσχες τού 2012 μόλις φέτος, ενώ ο δεύτερος μεταβίβασε τις μετοχές της εταιρείας του μία ημέρα μετά τη νίκη του κόμματος στις εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου. Οι δύο υπουργοί, τουλάχιστον σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν οι ίδιοι, έπεσαν θύματα της γραφειοκρατικής τους αδράνειας, εκείνης της απολύτως φυσιολογικής τάσης που έχει κάθε άνθρωπος να αναβάλλει για αργότερα κάτι για το οποίο δεν βλέπει κανέναν λόγο να κάνει νωρίτερα. Με άλλα λόγια, δεν περίμεναν ότι θα γίνουν υπουργοί.

Κι αν δεν είναι ακριβώς έτσι; Αν αυτές οι δυο περιπτώσεις είναι ενδεικτικές του γεγονότος ότι το «ηθικό πλεονέκτημα» δεν είναι παρά η πρώτη μεγάλη φούσκα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που σκάει, όπως έσκασε πριν από έξι χρόνια το «σεμνά και ταπεινά» της Νέας Δημοκρατίας, ενός κόμματος που κέρδισε τις εκλογές καταγγέλλοντας τον πολιτικό του αντίπαλο και απερχόμενο πρωθυπουργό ως «αρχιερέα της διαπλοκής»; Η υπόθεση δεν είναι άσχετη με την πραγματικότητα. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στον ιστορικό κύκλο της Μεταπολίτευσης για να διαπιστώσει ότι οι εκλογές κερδίζονται πιο εύκολα όταν συστήνεται κάποιος στο εκλογικό σώμα ως τιμωρός της διαφθοράς και ενσάρκωση ενός αξιακού συστήματος το οποίο εγγυάται μια ηθική διακυβέρνηση.

Σε αυτόν τον κύκλο ο επόμενος ήταν πάντα ο αρχάγγελος που θα καθάριζε τον βούρκο του προηγούμενου. Η ατζέντα κάθε εκλογικής αναμέτρησης περιλαμβάνει εξεταστικές επιτροπές που θα διευρευνούσαν πραγματικά και λιγότερο πραγματικά σκάνδαλα και ειδικά δικαστήρια που θα δίκαζαν τις προηγούμενες κυβερνήσεις ακόμη και για ιδιωτικοποιήσεις που έκαναν ή ήθελαν να κάνουν. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν ξέφυγε από τον κανόνα –ο προεκλογικός του λόγος ήταν κυρίως καταγγελτικός. Φαίνεται, όμως, ότι δεν ξεφεύγει ούτε από τον άλλο βασικό κανόνα του μεταπολιτευτικού κύκλου, ο οποίος θέλει κάθε νέα κυβέρνηση να αμαυρώνεται από μέλη της που έχουν κρυμμένους σκελετούς στην ντουλάπα τους και να λερώνεται από συμπτώματα κυβερνητισμού, δείγματα καθεστωτικής νοοτροπίας και απόπειρες συγκάλυψης.

Το έργο προβάλλεται σε επανάληψη. Πριν από τον ΣΥΡΙΖΑ, το έπαιζαν εναλλάξ η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Για να αποδειχθεί ότι η απόσταση που χωρίζει την προεκλογική διακήρυξη για άπλετο φως από τη μετεκλογική επιθυμία να σκεπαστούν οι παλιές και νέες αμαρτίες από τη λήθη είναι ελάχιστη. Και για να αποδειχθεί, επίσης, ότι η Μεταπολίτευση, αυτός ο καταραμένος κύκλος που όλοι βιάζονται να τον κλείσουν σαν προφήτες μιας νέας και καλύτερης εποχής, είναι ακόμη (και τόσο πεισματικά) εδώ.