Σε μια χαριτωμένη διαφήμιση που προβαλλόταν κυρίως στα μούλτιπλεξ, ο πρωταγωνιστής ήταν ένας δικηγόρος ο οποίος αναλάμβανε να εξηγήσει από το αυστηρό του γραφείο ότι το downloading είναι παράνομο και τιμωρείται. Μόνο που ο κάπως ηλικιωμένος δικηγόρος μιλούσε σε τόσο βαριά νομικά ώστε στα αφτιά των μη εξασκημένων θεατών, όπως είναι οι 18άρηδες που κατεβάζουν ταινίες στον υπολογιστή τους, έφθαναν εντελώς ακατανόητα. Το εύρημα της διαφήμισης ήταν ο υποτιτλισμός της: τα ακατανόητα ελληνικά του δικηγόρου μεταφράζονταν στη ζωντανή γλώσσα της πιτσιρικαρίας.

Τα ελληνικά στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού του 2016 δεν είναι τόσο ακατανόητα. Επειδή όμως δεν παύει να πρόκειται για ένα τεχνικό κείμενο, χρειάζεται να λίγη μετάφραση για να ζωντανέψει. Τι σημαίνει, για παράδειγμα, ότι «κατά τους πρώτους μήνες του 2015 η εφαρμογή νέου πολιτικού σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και η αναζήτηση νέου πλαισίου συμφωνίας με τους διεθνείς εταίρους και τους πιστωτές στάθηκε αφορμή για την αύξηση της οικονομικής αβεβαιότητας»; Μα ότι οι εκλογές του Ιανουαρίου και η επτάμηνη διαπραγμάτευση τσάκισαν την οικονομία. Και τι σημαίνει ότι η διαπραγμάτευση «σε συνδυασμό με τα διοικητικά μέτρα ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων επιδείνωσε το έλλειμμα ρευστότητας στην πραγματική οικονομία οδηγώντας σε εκτίμηση αρνητικού ρυθμού ανάπτυξης;». Μα ότι τα capital controls έκαναν τεράστια ζημιά. Λίγη μετάφραση ακόμη: τη ζημιά στην πραγματική ζωή υφίσταται η απασχόληση. Η πρόβλεψη για το 2016 στο προσχέδιο του προϋπολογισμού είναι ότι η ανεργία θα αυξηθεί κατά 0,4% σε σχέση με το 2015, όταν το 2014 είχε καταγραφεί μείωση 0,7%, ενώ η νεανική ανεργία είχε μειωθεί κατά 5,9 ποσοστιαίες μονάδες. Κι άλλη μετάφραση: χάνονται δουλειές και νέες δουλειές δεν δημιουργούνται.

Σε αυτή τη μετάφραση θα ήταν τραγικό να χαθεί κανείς –και πολύ περισσότερο η κυβέρνηση. Κινηματογραφικά μιλώντας, η ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ΙΙ δεν μπορεί να πορευτεί ούτε με το κουρασμένο βλέμμα του Μπιλ Μάρεϊ ούτε με τη γλυκιά μελαγχολία της Σκάρλετ Τζοχάνσον. Γιατί η πιτσιρικαρία δεν πηγαίνει μόνο σινεμά, ούτε κατεβάζει μόνο ταινίες. Ψάχνει και για δουλειά.