Ο θίασος είναι λίγο-πολύ γνωστός. Ο Αδωνις έχει τον ρόλο του δεξιού εξτρέμ. Ο Κυριάκος τον ρόλο του φιλελεύθερου. Ο Μεϊμαράκης τον ρόλο του πούρου νεοδημοκράτη, που έχει πονέσει το κόμμα απ’ τα μπετά.

Ο Τζιτζικώστας όμως; Τι εκπροσωπεί σε αυτή τη μάχη; Τι κομίζει εκτός από τα επιδερμικά χαρακτηριστικά του βαρδαρικού συντηρητισμού –πατρίς, θρησκεία, φωτογένεια;

Ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας έχει μέχρι στιγμής περιοριστεί σε διαγγελματικού τύπου ευχολόγια. Δεν έχει αποκαλύψει την πολιτική σκευή του. Και μάλλον δεν θα στέρξει να το κάνει. Του το επιτρέπει ο χρόνος. Και του το υπαγορεύει η εκλογική σκοπιμότητα.

Ο Τζιτζικώστας δεν χρειάζεται να μιλάει. Τον συμφέρει να μένει σαν λευκή οθόνη, πάνω στην οποία ο ψηφοφόρος μπορεί να προβάλλει ό,τι φαντάζεται.

Αλλος μπορεί να τον προτιμάει ως αντιτσίπρα, χωρίς να έχει μετρήσει αν διαθέτει έστω τη δημαγωγική σαγήνη του πρωτοτύπου.

Αλλος μπορεί να τον προτιμάει ως νέο που δεν έχει σχέση με τα τζάκια, χωρίς να υπολογίζει ότι έχει περάσει σχεδόν όλη την ενήλικη ζωή του σε αξιώματα, η πρόσβαση στα οποία ήταν άνετη χάρη στην πολιτική κληρονομιά του.

Αλλος μπορεί να βλέπει στον Τζιτζικώστα έναν αντάρτη, που αγνόησε στις αυτοδιοικητικές εκλογές τις κομματικές ντιρεκτίβες, χωρίς να βλέπει τα χρίσματα που επιχειρεί τώρα να εκμαιεύσει από τον μηχανισμό, εναντίον του οποίου είχε τότε στασιάσει.

Oλα αυτά μοιάζουν να επισκιάζονται από το βασικό χαρακτηριστικό της υποψηφιότητας Τζιτζικώστα που είναι όντως ένα «αντί-». Εχει πλασαριστεί ως η αντισυστημική επιλογή. Ως εναλλακτική απέναντι στο κομματικό κατεστημένο, που ανακυκλώνει τα ίδια πρόσωπα και τα ίδια ονόματα.

Σε αυτό το φόντο, ακόμη και το γεγονός ότι ο Τζιτζικώστας είναι εξωκοινοβουλευτικός μπορεί να ενισχύσει το αφήγημα του αουτσάιντερ.

Η επιτυχία μιας τέτοιας υποψηφιότητας θα κριθεί από το πόσο οι ροπές της νεοδημοκρατικής βάσης έχουν συντονιστεί με εκείνες του εκλογικού σώματος. Από το κατά πόσο το γαλάζιο ποίμνιο έχει αναπτύξει προαιρέσεις όπως αυτές που εκφράστηκαν στις τρεις τελευταίες εθνικές κάλπες. Αν τα μέλη της ΝΔ εκλάβουν τη διαδικασία ως εσωκομματικό δημοψήφισμα, αν το ερώτημα που θέσουν στον εαυτό τους είναι «ναι» ή «όχι» στο κόμμα ως έχει, τότε θα κερδίσει αυτός που θα έχει ετοιμάσει εαυτόν ως ταμιευτήρα της τιμωρητικής ψήφου.

Μπορεί οι κεφαλές της ΝΔ να ψάχνουν ή να μην ψάχνουν έναν αντιτσίπρα. Αδιάφορο. Σημασία έχει τι ψάχνουν οι νεοδημοκράτες που θα ψηφίσουν. Κι εκεί η ηγεσία του κόμματος μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με ένα ακροατήριο που θα έχει προλάβει να διαπαιδαγωγήσει ο πολιτικός της αντίπαλος.

Δεν θα είναι η πρώτη φορά.