Τα έχω βάλει πολλές φορές με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου. Προσπαθώντας να μην ξεφεύγω από το πλαίσιο της κριτικής, να μην εκπίπτω στην κοροϊδία, να μην επικαλούμαι ψυχιατρικούς όρους και να αναφέρομαι στις συμπεριφορικές της εξάρσεις μόνο όταν αυτές «ξέβαφαν» στη δημόσια ζωή ή αλλοίωναν την άσκησης της εξουσίας της. Εχω την αίσθηση ότι δεν τα κατάφερνα πάντα, κυρίως γιατί το αλλόκοτο της απερχόμενης Προέδρου της Βουλής εκπορεύεται από μια εκτρωματική ερμηνεία του αστικού πολιτισμού, τον οποίο θεωρώ την πλατφόρμα που επάνω της ισορροπούν οι σχέσεις και οι συναρτήσεις σε μια κανονική κοινωνία. Αυτά βέβαια, ως προς τη δημόσια γραφή. Γιατί στον ιδιωτικό μου λόγο επιστράτευα τον σαρκασμό μου για να την κάνω με τα κρεμμυδάκια. Εκτός αυτού, έχω υπαρξιακές θα έλεγα διαφορές με τις πολιτικές της θέσεις. Ετσι, δεν έχω κανένα λόγο να την υπερασπίσω. Ομως…

Η σάτιρα, ακόμη και η χοντράδα έχουν νόημα όσο η Ζωή Κωνσταντοπούλου ασκούσε εξουσία, όσο πρωταγωνιστούσε στη δημόσια ζωή. Η, με άλλοθι το χιούμορ, αποδόμησή της τώρα που είναι πολιτικά «νεκρή» δεν είναι σάτιρα. Είναι χλεύη. Ενας κανιβαλισμός που υποτιμά όχι αυτόν που τον δέχεται αλλά εκείνον που τον χρησιμοποιεί. Επίσης η Ζωή Κωνσταντοπούλου, αρχίζω να υποψιάζομαι καθόλου τυχαία, αυτογελοιοποιείται τόσο πολύ (με τα κλειδωμένα γραφεία και τα λοιπά επονείδιστα και καταχρηστικά) που ακυρώνει τη λοιδορία εναντίον της από όπου και αν προέρχεται. Αν συνεχιστεί λοιπόν αυτή η συσσώρευση κακού χιούμορ εναντίον της, το αποτέλεσμα θα είναι το αντίθετο. Να επιστρέψει δριμύτερη. Και αυτό το απεύχομαι.