Ας μη μας κάνουν οι εκλογές και ο κομματικός ανταγωνισμός να χάσουμε το μείζον της περιόδου. Ζούμε την ήττα του αντιμνημονίου και τη διάλυση του αντιμνημονιακού ρεύματος. Επειτα από επτά μήνες διακυβέρνησης κατέληξε σε φιάσκο, έφερε το τρίτο Μνημόνιο γυρίζοντας τη χώρα στο 2012 με κόστος δεκάδες δισ. Η κατάληξη ήταν μοιραία και προβλέψιμη. Ο,τι οι ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ κατήγγελλαν ως καταστροφολογία και εκφοβισμό επαληθεύτηκε πλήρως. Ευτυχώς αποφεύχθηκε το χειρότερο που ήταν ο τελικός τυχοδιωκτισμός του πηδήματος στο κενό της δραχμής και της ρωσικής σφαίρας επιρροής. Σήμερα ξέρουμε πόσο κοντά βρεθήκαμε και κανείς δεν δικαιούται να παραγνωρίζει το γεγονός.

Το αντιμνημόνιο ήταν ένα κύμα διαμαρτυρίας που επενδύθηκε με έναν πολωτικό εθνικολαϊκιστικό λόγο και μια απλοϊκή διχαστική ανάλυση του ελληνικού προβλήματος, η οποία αναπαρήγαγε για άλλη μία φορά στη σύγχρονη Ιστορία μας το δημαγωγικά πανίσχυρο αλλά πολιτικά αδιέξοδο «φταίνε οι άλλοι». Το «αντί» όμως δεν παράγει ούτε πρόγραμμα ούτε κυβερνητική ικανότητα ούτε ρεαλιστική ανάλυση της κατάστασης. Το φιάσκο των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ το απέδειξε. Επεσαν έξω σε όλες τις προβλέψεις, δεν ήταν έτοιμοι να εφαρμόσουν καμία πολιτική, δεν κυβέρνησαν. Η διάλυση του αντιμνημονιακού ρεύματος στην πρώτη επαφή του με την κυβερνητική ευθύνη διαλύει και τα κόμματα που το συναποτέλεσαν. Ο αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ τελείωσε και τώρα ακροβατεί μεταξύ των ανειλημμένων μνημονιακών υποχρεώσεων και της υπεκφυγής τους μέσω υποσχέσεων για «ισοδύναμα» προς όφελος διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Η Λαϊκή Ενότητα περιορίζεται σε ανέλπιστα χαμηλά ποσοστά, δείχνοντας εκ των υστέρων ότι η επικίνδυνη φιλοδραχμική δυσανάλογα μεγάλη επιρροή που ασκούσε στο εσωτερικό τού αντιμνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ είχε όντως άρωμα πολιτικού πραξικοπήματος. Οι ΑΝΕΛ συρρικνώνονται ενώ ο αρχηγός τους δίνει δείγματα γραφής σαν δεξί χέρι του μικρού Αλέξη, διεκπεραιώνοντας με εμφανή προθυμία τον ρόλο του βρωμιάρη για τις σκατοδουλειές της «παρέας».

Το αντιμνημόνιο ήταν η συνισταμένη της αδυναμίας της ελληνικής κοινωνίας να μειώσει το εθνικό κόστος της διεθνούς κρίσης. Από την έναρξη της κρίσης υπογράψαμε τρία Μνημόνια, κάναμε τέσσερις εκλογές και ένα δημοψήφισμα, γνωρίσαμε τέσσερις εκλεγμένους πρωθυπουργούς συν τρεις μη εκλεγμένους. Κοντολογίς, για άλλη μία φορά όταν το διεθνές σύστημα αποσταθεροποιήθηκε, η Ελλάδα δυσκολεύτηκε να αναπροσανατολιστεί έγκαιρα, βρέθηκε να ακροβατεί μεταξύ καταστροφής και διάσωσης. Από τη μια, είμαστε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν λέει να ξεκολλήσει από τα Μνημόνια, ωρυόμαστε αντιμνημονιακά χωρίς να ανασυντασσόμαστε εθνικά. Από την άλλη, σαν από ένστικτο συλλογικής επιβίωσης διατηρήσαμε και διατηρούμε τον δεσμό με τον ευρωπαϊκό χώρο ως ελάχιστη εγγύηση μελλοντικής ανασυγκρότησης. Σε όλη τη διάρκεια της κρίσης διατηρήθηκε η συναίνεση στο ευρώ και το «μεταπολιτευτικό δημοκρατικό κεκτημένο» άντεξε παρά τη διάχυση της ανομίας και την όξυνση της πόλωσης. Αυτή η εθνική ακροβασία δεν είναι πρωτοφανής στη σύγχρονη Ιστορία μας ούτε κρίθηκε πάντα υπέρ της διάσωσης, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε (μικρασιατική ήττα, Εμφύλιος).

Στην παρούσα πάντως κρίση οι δυνάμεις που έγειραν και γέρνουν την πλάστιγγα υπέρ της διάσωσης αποδεικνύονται αρκετά ισχυρές. Ιδεολογικά, ψυχολογικά και κοινωνικά. Γιατί η νεότερη εθνική μας ταυτότητα συνυφαίνεται με την ιδέα της Ευρώπης. Γιατί ευρύτερες κοινωνικές ομάδες εργαζομένων, μεσαίων στρωμάτων και επαγγελματιών κατανοούν σχεδόν ενστικτωδώς πως ακόμα και τα στενά συμφέροντά τους είναι συνυφασμένα με τη συμμετοχή μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Γιατί προ του φαντάσματος της δραχμής η κοινωνική πλειοψηφία φάνηκε να συνειδητοποιεί με νέο τρόπο την ευρωπαϊκή διάσταση της υλικής της ύπαρξης. Με αυτή την έννοια και σε αντίθεση με την προπαγάνδα του αντιμνημονιακού εθνικολαϊκισμού, η φιλευρωπαϊκή Ελλάδα αποδείχθηκε πολύ πιο λαϊκή από τους ιδεοληπτικούς της δραχμής και πιο ισχυρή από τη διεθνή και εγχώρια συμμορία της δραχμής. Αυτή η πρωτογενής και εσωτερικά αντιφατική συμβίωση λαϊκότητας και ευρωπαϊκού προσανατολισμού σώζει για άλλη μία φορά την παρτίδα και την πατρίδα.

Την έσωσε αλλά δεν την εξασφάλισε ακόμα. Το αντιμνημόνιο πέθανε σαν εναλλακτική προοπτική της χώρας, αλλά μπορεί να παραταθεί σαν γάγγραινα. Οσοι υποστηρίζουν ότι αυτές οι εκλογές δεν έχουν διακύβευμα γιατί το Μνημόνιο είναι το κοινό πρόγραμμα, υποτιμούν το πρόβλημα. Μόνο υπό όρους το παρόν πολιτικό σύστημα μπορεί να φέρει εις πέρας το Μνημόνιο και να βάλει ξανά τη χώρα στις διεθνείς αγορές. Η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ έχει ασφαλώς αυξήσει τις δυνατότητες, αλλά έχει και παρενέργειες. Η διάψευση των ελπίδων έσπειρε την απογοήτευση σε μεγάλη μερίδα του αντιμνημονιακού ρεύματος που είχε πιστέψει πραγματικά στη δυνατότητα ενός άλλου δρόμου. Η απογοήτευση, η επιδείνωση της κρίσης εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα επιδρούν αρνητικά στην αποτελεσματική διακυβέρνηση της νέας πολιτικής φάσης. Εξάλλου, η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ φρέσκια για να διαπιστωθεί η αντοχή της. Γι’ αυτό άλλωστε ακροβατεί μεταξύ εφαρμογής και καταγγελίας του Μνημονίου που αυτός ο ίδιος υπέγραψε. Η κρίση ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μακράς διάρκειας και δεν είναι βέβαιο ότι θα την υπερβεί. Η υπόθεση ότι θα μετεξελιχθεί ομαλά, όπως το ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ, σε κορμό μιας νέας Κεντροαριστεράς ή μιας ευρείας μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, είναι χλωμή. Δεν βοηθά στην εξέλιξη αυτή η αντιμνημονιακή του μήτρα, δεν βοηθούν οι εσωτερικές του αντιθέσεις που παραμένουν. Δεν έχει στο εσωτερικό του έναν ισχυρό εξωστρεφή εκσυγχρονιστικό πυρήνα όπως είχε το ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως, το κεντρικό ηγετικό του προσωπικό δεν έχει το εύρος της πολιτικής και προγραμματικής κουλτούρας που είναι αναγκαίο για να επαναθεμελιώσει την ευρύτερη προοδευτική παράταξη. Η δημιουργία μιας νέας Κεντροαριστεράς θα είναι πρωτοβουλία άλλων δυνάμεων. Για όλους αυτούς τους λόγους ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει να είναι παράγοντας αστάθειας του πολιτικού συστήματος και οι εσωτερικές του αντιθέσεις δεν θα αργήσουν να ξαναεκδηλωθούν, είτε έρθει πρώτος είτε έρθει δεύτερος στις εκλογές.

Η ήττα του αντιμνημονίου κάνει σαφές ότι ο μόνος δρόμος για να επανέλθει η χώρα στην κανονικότητα και τις διεθνείς αγορές ως αυτοδύναμο κράτος είναι αυτός που ακολούθησαν όλες οι άλλες χώρες που βρέθηκαν σε Μνημόνιο. Εξασφάλισαν μια στοιχειώδη εσωτερική συνεννόηση, διεκπεραίωσαν τη δανειακή συμφωνία που είχαν υπογράψει, προώθησαν ευρύτερες μεταρρυθμίσεις με δική τους πρωτοβουλία. Και για την Ελλάδα αυτός είναι ο συντομότερος δρόμος ώστε να βγούμε από την εποχή των Μνημονίων. Αλλιώς μας περιμένει το τέταρτο ή, κατά πάσα πιθανότητα, το Grexit. Οι εκλογές πρέπει να οδηγήσουν σε αλλαγή πολιτικού παραδείγματος. Σχηματισμός μεγάλου συνασπισμού με συμμετοχή και της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, εμπροσθοβαρής εφαρμογή του Μνημονίου ώστε να μειωθεί η διάρκεια της υφεσιακής περιόδου, πολιτική σταθερότητα για να μπει η Ελλάδα στον κύκλο των διεθνών επενδύσεων.

Αρκετά πλήρωσαν ο λαός και η Ελλάδα την αντιμνημονιακή δημαγωγία και τη συριζαίικη άγνοια.

Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου