Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1966, στα –τότε –Θερινά Ανάκτορα του Τατοΐου είχαν μία δήθεν τυχαία συνάντηση οι δύο μεγάλοι πολιτικοί αντίπαλοι της εποχής: ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος είχαν συζητήσει το ενδεχόμενο συνεργασίας ή συνεννόησης μεταξύ Ενωσης Κέντρου και ΕΡΕ σε περίπτωση που στις εκλογές του Μαΐου του 1967 (οι οποίες δεν έγιναν, λόγω του πραξικοπήματος) ουδείς εξασφάλιζε αυτοδυναμία.

Σε εκείνη τη συγκυρία –με την Αποστασία και την εκρηκτική όξυνση των πολιτικών παθών που ακολούθησε –η συνεννόηση Παπανδρέου – Κανελλόπουλου θα μπορούσε να αποτελέσει την αρχή του τέλους για το ελληνικό δράμα, αν δεν υπερίσχυαν πολύ γρήγορα οι πολιτικές και προσωπικές αντιπαλότητες της εποχής, οδηγώντας σε αποσταθεροποίηση, η οποία άνοιξε τον δρόμο στους συνταγματάρχες.

Τηρουμένων των αναλογιών, ο παραλληλισμός με το παρόν είναι ορατός: η Αριστερά ήταν τότε στη γωνία, ενώ σήμερα κυβερνά. Τα πολιτικά πάθη είναι σαφώς λιγότερα –έως ανύπαρκτα –σε μία κοινωνία που στρέφει όλο και περισσότερο την πλάτη στην πολιτική. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, τα προβλήματα της παγκοσμιοποιημένης ελληνικής οικονομίας είναι απείρως μεγαλύτερα και πολύ πιο δύσκολα διαχειρίσιμα. Σε κάθε στροφή ελλοχεύει η καταστροφή.

Στη βάση τους, ωστόσο, τα πολιτικά ερωτήματα παραμένουν ίδια: τι θα πρέπει να συμβεί σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας; Μπορεί να υπάρξει συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων, ώστε να αποκτήσει η χώρα κυβέρνηση που θα εγγυηθεί τη σταθερότητα; Πώς θα προχωρήσει η Ελλάδα με μία κατακερματισμένη Βουλή που προβλέπεται ώς και εννεακομματική;

Η συγκρότηση της υπηρεσιακής κυβέρνησης –στην οποία συνυπάρχουν επιφανή στελέχη της Αριστεράς, του συντηρητικού χώρου και της Σοσιαλδημοκρατίας –δίνει ένα αισιόδοξο μήνυμα. Και δίνει χώρο στην ελπίδα ότι αυτή η συνύπαρξη δεν θα περιοριστεί στο πλαίσιο της υπηρεσιακής κυβέρνησης, αλλά θα είναι ο οδηγός για ανάλογα θετικές μετεκλογικές εξελίξεις.