Η συμφωνία της 13ης Ιουλίου που προσέφερε στην Ελλάδα περαιτέρω χρηματοδότηση χαρακτηρίσθηκε ως βήμα της τελευταίας στιγμής για να αποφευχθεί ο γκρεμός, όμως η απειλή ενός προσωρινού Grexit από την ευρωζώνη που πρότεινε η γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού συντάραξε τα θεμέλια του ευρώ.

Υπονόμευσε την ελάχιστη γαλλογερμανική συνεργασία που είχε μείνει σε οικονομικές υποθέσεις. Αφησε το ενιαίο νόμισμα χωρίς επιχειρήματα υποστήριξής του στη Γαλλία. Και αύξησε σημαντικά τον κίνδυνο εξόδου από το ευρώ μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν στη νομισματική ένωση. Με λίγα λόγια, η προοπτική ενός Grexit σήμερα έκανε πολύ πιο πιθανή μια γαλλική ή ακόμη και γερμανική έξοδο από το ευρώ, αύριο.

Αυτές οι εντάσεις δεν είναι καινούργιες. Η Γερμανία πάντα αντιμετώπιζε το ευρώ ως έναν βελτιωμένο συναλλαγματικό μηχανισμό που φτιάχτηκε γύρω από το γερμανικό μάρκο και η Γαλλία είχε τολμηρές αλλά ασαφείς φιλοδοξίες για ένα πραγματικά διεθνές νόμισμα που θα ενίσχυε την αποτελεσματικότητα της κεϊνσιανής οικονομικής πολιτικής. Αυτές οι ουσιώδεις διαφορές αφέθηκαν στην άκρη με την καθιέρωση του ευρώ επειδή τόσο ο Φρανσουά Μιτεράν όσο και ο Χέλμουτ Κολ συμφώνησαν ότι το κοινό νόμισμα πάνω απ’ όλα λειτουργεί ως μέσο που εξυπηρετεί τον μεγάλο στόχο, δηλαδή την ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίηση.

Από το 2008 ο υπέρτατος στόχος της περαιτέρω πολιτικής ενοποίησης, λίγο ώς πολύ, διατηρούνταν. Ομως στη διάρκεια του τελευταίου γύρου των ελληνικών διαπραγματεύσεων κατέρρευσε και μαζί διαλύθηκε η κόλλα που έως σήμερα κρατούσε Γαλλία και Γερμανία τόσο στενά δεσμευμένες στο ευρώ και την κοινή του οικοδόμηση.

Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί καθοδηγημένοι από τη Γερμανία φαίνεται ότι αποφάσισαν πως η διεξαγωγή μιας ιδεολογικής μάχης εναντίον μιας ερασιτεχνικής και απείθαρχης ακροαριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα είναι πιο σημαντική από 60 χρόνια προσπαθειών να οικοδομηθεί ευρωπαϊκή ομοφωνία. Επιβάλλοντας ένα κοινωνικά καταπιεστικό πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, η πρόσφατη συμφωνία επιβεβαίωσε τους φόβους της Αριστεράς ότι η ΕΕ θα μπορούσε να επιβάλει ένα συγκεκριμένο είδος νεοφιλελεύθερου συντηρητισμού. Στην πράξη, αυτό που επιβλήθηκε ισοδυναμεί με οικονομικό εμπάργκο –πολύ πιο βάναυσο από τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας –ώστε να προκληθεί αλλαγή κυβέρνησης ή συνθηκολόγηση της Ελλάδας. Εγινε το δεύτερο.

Στην ουσία, η Γερμανία έδειξε ότι κάποιες δημοκρατίες είναι πιο ίσες από άλλες. Οι διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην ελληνική συμφωνία κατέστρεψαν και την εποικοδομητική ασάφεια της Συνθήκης του Μάαστριχτ, καθώς έγινε πλέον ξεκάθαρο ότι η Γερμανία είναι έτοιμη να αφανίσει κάποιο από τα μέλη της αντί να υποχωρήσει. Τέλος, η Γερμανία έδειξε στη Γαλλία ότι είναι έτοιμη να προχωρήσει μόνη της σε κρίσιμα πολιτικά ζητήματα.

Ο Σαέν Βαλέ είναι πρώην σύμβουλος του γάλλου υπουργού Οικονομίας και του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.