Να τους λέμε «τρόικα» ή «θεσμούς»; Να τους συναντάμε στην Αθήνα ή στο Brussels Group; Να τους δεχόμαστε στα υπουργεία ή να τους κλείνουμε ραντεβού μακριά από τις κάμερες, σε ξενοδοχεία;

Η κυβέρνηση αφιέρωσε πολύ χρόνο και πολιτικό κεφάλαιο προσπαθώντας να καθορίσει αυτούς τους συμβολισμούς και να σηματοδοτήσει ότι το παλαιό καθεστώς στις σχέσεις με τους δανειστές ανήκε οριστικά το παρελθόν. Yστερα από ένα εξάμηνο διαπραγματεύσεων θα περίμενε κανείς ότι αυτή η επικοινωνιακή προσπάθεια θα είχε βρει πια τα όριά της. Πάνω απ’ όλα γιατί το «κρυφτούλι» με την τρόικα –που απέκτησε με την προσθήκη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και τέταρτο μέλος –είναι αντιπαραγωγικό.

Η κυβέρνηση επιδιώκει γρήγορα μια συμφωνία, ει δυνατόν πριν από το τέλος του Αυγούστου, προκειμένου να σταθεροποιήσει την οικονομία και να καθαρίσει το πολιτικό τοπίο. Οι επικοινωνιακοί ελιγμοί και το «κρυφτούλι» στα ξενοδοχεία δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να υπονομεύουν αυτόν τον στόχο. Κοστίζουν σε χρόνο και επιβαρύνουν το διαπραγματευτικό κλίμα –χωρίς να έχουν αντίκτυπο στους πολίτες.

Οι πολίτες ξέρουν την πραγματικότητα. Και θα αρχίσουν να τη βιώνουν και προσωπικά όταν σε λίγες ημέρες θα έρθουν αντιμέτωποι με τα νέα φορολογικά βάρη. Οι πολίτες επιθυμούν επίσης την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη και αντιλαμβάνονται ότι, έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, θα απαιτηθούν θυσίες. Τελικά, το «πρώτη φορά Αριστερά» δεν αποκλείει τον ρεαλισμό.