Είναι άδικο. Από το σημερινό γεύμα για τα γενέθλια της δημοκρατίας θα λείπει το πρόσωπο που ενσαρκώνει τέλεια την καχεκτική κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτή η δημοκρατία σαράντα ένα χρόνια μετά τη γέννησή της. Το πρόσωπο είναι βεβαίως η Πρόεδρος της Βουλής.

Δεν υπάρχει φιγούρα που να μπορεί να συγκριθεί με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου στη μεταπολιτευτική μνήμη. Εχουν βέβαια διαλάμψει παράγοντες συγγενούς ύφους. Ποτέ όμως δεν είχαν βρεθεί στο πιλοτήριο του Κοινοβουλίου. Ποτέ το Κοινοβούλιο δεν κινούνταν σαν αεροσκάφος σε αεροπειρατεία.

Η κοινοβουλευτική ζωή το τελευταίο εξάμηνο έχει τα χαρακτηριστικά θεσμικού ατυχήματος. Στις έκτακτες συνθήκες που είχε επιβάλει η μνημονιακή ανάγκη –τα επάρατα «κατεπείγοντα» –ήρθε να προστεθεί μια ρουτίνα εκτροχιασμών της κοινοβουλευτικής λειτουργίας. Μια διαρκής αθέτηση του κανονισμού που κρύβεται πίσω από τον λεγκαλισμό περί ευλαβικής τήρησής του.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς συνταγματολόγος για να αντιληφθεί ότι η Πρόεδρος δεν προεδρεύει. Πυροδοτεί την πολιτική αντιπαράθεση, συχνότατα για ζητήματα εκτός θέματος –για τα ράμματα που έχει για τη γούνα των βουλευτών που δεν της αρέσουν.

Η Πρόεδρος δεν εγγυάται τη διαδικασία με την οποία συζητά και αποφασίζει το Σώμα. Υποδεικνύει τι πρέπει και τι δεν πρέπει το Σώμα να αποφασίζει, αποφαινόμενη ως μονοπρόσωπη υπερκοινοβουλευτική αρχή τι είναι και τι δεν είναι δημοκρατικό, τι είναι και τι δεν είναι πραξικόπημα. Κι αν το Σώμα δεν πειθαρχήσει, το τιμωρεί βασανίζοντάς το τουλάχιστον με υποχρεωτική αϋπνία.

Λένε ότι η Κωνσταντοπούλου ήταν μια λάθος επιλογή. Λάθος του Τσίπρα, που την επέλεξε, παρότι γνώριζε την ιδιοσυγκρασία της, και τώρα διστάζει να απεγκλωβιστεί τάχα για να μην την ηρωοποιήσει. Κι όμως. Το λάθος δεν είναι τόσο ρηχό. Εχει βάθος. Οι τρόποι και τα ιδεολογήματα που έχουν τώρα φθάσει να κλυδωνίζουν τη Βουλή διά της Προέδρου της έχουν την καταγωγή τους στο αντιμνημονιακό ρεπερτόριο. Είναι εφαρμογές των ρητορικών υπερβολών, που η Κωνσταντοπούλου δεν μπορεί παρά να εκλαμβάνει ακόμη κυριολεκτικά.

Αυτό που διαδραματίζεται στο Κοινοβούλιο δικαιώνει τα αντιμνημονιακά συνθήματα. Οι ανακριτικού τύπου επιτροπές και το τηλε-εισαγγελικό ύφος κατά των πολιτικών δικαιώνει τις κρεμάλες και τις κραυγές για τους «κλέφτες». Η ανακάλυψη του θησαυρού των γερμανικών αποζημιώσεων και οι οικονομικά αναλφάβητες θεωρίες για το επονείδιστο χρέος, δικαιώνουν το «δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε». Η λατρεία της δημοψηφισματικής «αμεσοδημοκρατίας» εις βάρος του αντιπροσωπευτικού συστήματος και ο αναθεματισμός του Κοινοβουλίου ως εργαλείου πραξικοπημάτων δικαιώνουν το «να καεί, να καεί!».

Οχι, το θεσμικό ατύχημα δεν είναι ατύχημα. Είναι η ωρίμαση της μνημονιακής φάσης της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Ή μάλλον η παρόξυνσή της. Η αντικοινοβουλευτική μούντζα αποσύρθηκε από την πλατεία. Μπήκε στο Βουλευτήριο και μουντζώνει τη Βουλή από την έδρα.