Θα μπορούσες να το πεις και πολιτική αφέλεια. Θα μπορούσες να το αποδώσεις και στην απειρία του καθηγητή Νίκου Παρασκευόπουλου, που δεν έχει την πονηρία των επαγγελματιών της Βουλής. Γι’ αυτό έδωσε στον εαυτό του την ελευθερία να εξομολογηθεί στο Σώμα ότι διαφωνεί με το νομοσχέδιο που εισηγείται.

Ναι, θα ήταν η αφέλεια ενός εξωκοινοβουλευτικού, αν δεν συνέπιπτε με το πνεύμα που εξέφρασαν σχεδόν όλοι οι βουλευτές της συμπολίτευσης –όχι της αντιπολιτευόμενης αλλά της συμπολιτευόμενης συμπολίτευσης. Εμπνεόμενοι από τη γραμμή που χάραξε η αφηγηματική τόλμη του Πρωθυπουργού, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ μιλούν ως θύματα ενός βιασμού. Βιασμού με ραντεβού και με αντίτιμο, που δεν συμφέρει να του αντισταθεί κανείς.

Το χθεσινό οξύμωρο είναι ενδεικτικό. Ο υπουργός και οι βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν κλήθηκαν να περάσουν ούτε μέτρα ούτε περικοπές. Πέρα από την ευρωπαϊκή οδηγία για τις τράπεζες, που ούτως ή άλλως έπρεπε να ενσωματωθεί στο εσωτερικό δίκαιο, ο «καταναγκασμός» ήταν ότι κλήθηκαν να ψηφίσουν και τη μεταρρύθμιση της πολιτικής δικονομίας. Τη μεταρρύθμιση δηλαδή ενός συστήματος στο οποίο σήμερα για να συζητηθεί –μόνο για να συζητηθεί –μια αγωγή χρειάζεται να περάσουν τρία και βάλε χρόνια από την κατάθεσή της.

Αν άκουγε χθες κανείς τον Παρασκευόπουλο, χωρίς να το ξέρει, θα νόμιζε ότι ακούει εκπρόσωπο του ΚΚΕ. Θα μάθαινε ότι η αλλαγή του Κώδικα δεν ήταν πρωτοβουλία ελληνική. Ηταν πρωτοβουλία των δανειστών που πίεζαν από το 2012 γιατί έβλεπαν την «ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική κρίση». Ο καπιταλισμός ήταν που έβαλε στο στόχαστρο (και) τη δικονομία μας.

Διεκδικώντας ρόλο υπουργού περιορισμένης ευθύνης, ο Παρασκευόπουλος συνεχίζει το μοτίβο ενός πολιτικού συστήματος που επί μία πενταετία φαίνεται προορισμένο να ξεδοντιάζει αυτά που νομοθετεί. Συνεχίζει την παράδοση μιας σχιζοφρενούς πολιτείας, που χρειάζεται να τη δέσουν στο κρεβάτι για να πάρει τα φάρμακά της –και να τα φτύσει μόλις οι νοσηλευτές βγουν από τον θάλαμο.

Αυτή η καταστατική σχιζοφρένεια τροφοδοτεί τη ρητορική της χύδην πραξικοπηματολογίας. Τροφοδοτεί τη ρητορική της Προέδρου της Βουλής, που διεκδικεί μονοπώλιο δημοκρατικότητας, προπαγανδίζοντας εμμέσως ως ηθικά ανώτερη την «εναλλακτική» της ηρωικής χρεοκοπίας.

Ο Παρασκευόπουλος δεν είναι κομματικός του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτός και οι «ομοιοπαθείς» του βουλευτές, όταν απολογούνται γι’ αυτά που ψηφίζουν, δεν υπερασπίζονται τους εαυτούς τους. Τους υπονομεύουν. Υπερασπίζονται, αντιθέτως, την πιθανότητα μιας δραχμικής πλειοψηφίας, εξακολουθώντας να της στρώνουν τον δρόμο με τον παλιό αντιμνημονιακό λόγο, στη νέα του, επαμφοτερίζουσα εκδοχή.

Αντιμνημονιακές ψυχές φυλακισμένες σε μνημονιακά σώματα. Μπορεί να κρατήσει μέχρι τις εκλογές. Αλλά δεν μπορεί να επιζήσει για πολύ αυτό το μεταφυσικό καλαμπούρι.