Μοιραία θα φτάναμε πάλι εκεί. Στο σημείο που όλοι θέλουν –ή θέλουν να δείχνουν ότι θέλουν –την εθνική συνεννόηση, αλλά δεν μπορούν να συνεννοηθούν για το πώς θα την επιτύχουν. Η Ντόρα Μπακογιάννη έκοψε δρόμο.

Οσο πρωθυπουργός ήταν ο Σαμαράς η Ντόρα τού ζητούσε να καλέσει τον Τσίπρα για να συνεννοηθούν. Τώρα δεν φάνηκε να ενοχλείται από το γεγονός ότι ο Τσίπρας αντιστρέφει το βάρος του συναινετικού καλέσματος λέγοντας απλώς ότι η δική του πόρτα είναι ανοιχτή. Η πρώην υπουργός δεν εμποδίστηκε ούτε από το γεγονός ότι δεν είχε –όπως οι αρχηγοί του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ –το εθιμοτυπικό άλλοθι για να καθήσει στον καναπέ του Μαξίμου.

Εκ του αποτελέσματος, οι χθεσινές επισκέψεις υπηρέτησαν την εικόνα του «πρωθυπουργού ανοιχτών θυρών». Είναι δύσκολο να δει κανείς τι άλλο μπορούσε να προσφέρει αυτό το άτυπο μπες – βγες στο πρωθυπουργικό γραφείο εκτός από ένα ιδανικό φόντο για φωτογραφίες και τηλεοπτικά πλάνα.

Πρόκειται μάλλον για θέατρο συναίνεσης που βοηθάει τον Τσίπρα να εμφανίζεται ανέξοδα διαλλακτικός ενώ στην πραγματικότητα αντικρίζει την αντιπολίτευση από το ηγεμονικό ύψος που του εξασφαλίζουν τα γκάλοπ. Το χθεσινό κοντράστ είναι ενδεικτικό: Λίγη ώρα μετά τα ραντεβού, ο Τσίπρας επέστρεφε στον εαυτό του αντιπολιτευόμενος την προηγούμενη κυβέρνηση με την παλιά αντιμνημονιακή ζέση.

Το ερώτημα είναι τι επεδίωκε η Ντόρα με μια πρωτοβουλία που ήταν μάλλον απίθανο να έφερνε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ούτε ο Τσίπρας επρόκειτο να στέρξει σε κάποια συναινετική χειρονομία σε μια τέτοια συνάντηση ούτε ο Σαμαράς έχει δείξει ότι είναι το είδος του πολιτικού που μπορεί να ρυμουλκηθεί σε πιο μετριοπαθή γραμμή όταν πιέζεται από «επισπεύδοντες».

Αντιθέτως, το απολύτως προβλέψιμο αποτέλεσμα ήταν ότι η επίσκεψη στο Μαξίμου θα κατέληγε στη συνήθη μικροπολιτική γραφικότητα –όπως έγινε με τον πόλεμο διαρροών για το ποιος είπε τι στο τηλεφώνημα που ακολούθησε με τον Σαμαρά. Και θα άφηνε την Ντόρα έκθετη στην κατηγορία ότι απλώς προσπαθεί να ξεχωρίσει από τον θίασο που έχει συνωστιστεί στη σκηνή της αμφισβήτησης της κομματικής ηγεσίας.

Κακά τα ψέματα. Η πείρα δείχνει ότι οι τρόποι για να αναζητηθεί η συνεννόηση που η Μπακογιάννη δεν κουράζεται να ζητάει είναι δύο: Είτε κρυφά, με πίσω κανάλια διακομματικής επικοινωνίας, είτε θεσμικά, γύρω από το τραπέζι του Προεδρικού Μεγάρου. Ολα τα υπόλοιπα δεν μπορούν στο τέλος να υπερβούν τη σκηνοθεσία της εσωκομματικής κουζίνας.

Πέρα από το γαλάζιο παίγνιο, αν δείχνει κάτι η χθεσινή πασαρέλα στο Μαξίμου είναι ότι η τροχιά που διαγράφει η κυβέρνηση είναι το ήμισυ του προβλήματος. Το άλλο μισό είναι η αδυναμία της αυτοαποκαλούμενης «ευρωπαϊκής» αντιπολίτευσης να κάνει κάτι περισσότερο από το να την παρακολουθεί παραζαλισμένη.