Η ιδιαίτερη σχέση των Ελλήνων με τη δημοκρατία έχει συζητηθεί από πολλές σκοπιές. Το βασικό της χαρακτηριστικό είναι μία βαθιά ριζωμένη ανακολουθία: ενώ μιλάμε πολύ για τη δημοκρατία, αρνούμαστε να υποκύψουμε στις απαιτήσεις της. Μιλάμε με πάθος για δικαιώματα, αλλά χωρίς πολλή σκέψη τα θυσιάζουμε στον βωμό της συλλογικότητας που «αποφάσισε» απεργία, κατάληψη, συμβιβασμό κ.ο.κ.

Η πολιτική αντιπαράθεση για τη διαχείριση της κρίσης οδήγησε σε πόλωση που αλλάζει προς το χειρότερο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της sui generis αντίληψης. Ο διαχωρισμός ανάμεσα σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς» δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο τη συμμετοχή των πολιτών σε μια ουσιαστική πολιτική διαβούλευση. Πολλάκις αμφισβητήθηκε το δημοκρατικό φρόνημα των βουλευτών που «ψήφισαν τα Μνημόνια». Κι όμως, δεν ήταν λιγότερο εκλεγμένοι από εκείνους που τα καταψήφισαν. Ωστόσο, καλώς ή κακώς, σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία, μετά την απομάκρυνση από την κάλπη τις αποφάσεις δεν τις παίρνουμε πλέον εμείς. Το πόσο διαφορετική είναι η δημοκρατία που πολλοί από εμάς έχουν στο μυαλό τους από εκείνη που πραγματικά περιγράφεται στα Συντάγματα αποκαλύπτεται από μία ενδιαφέρουσα πτυχή της διαπραγμάτευσης. Η υπόλοιπη Ευρώπη υποδέχθηκε με έκπληξη το αίτημα της ελληνικής πλευράς να «σεβαστεί» το αποτέλεσμα των τελευταίων ελληνικών εκλογών, που ζητεί αλλαγή πολιτικής από την ελληνική κυβέρνηση. Οχι φυσικά γιατί το αμφισβητεί, αλλά γιατί ο «δήμος» που αποφάσισε την αλλαγή δεν είναι ο «δήμος» στον οποίο η Ελλάδα απευθύνεται. Πώς μπορεί να αποφασίσει η Ελλάδα για την Ευρώπη;

Και πώς μπορεί να λειτουργήσει οποιαδήποτε πολιτική κοινότητα χωρίς σεβασμό στους θεσμούς και στη συνέχεια του κράτους; Πώς μπορεί να μετριαστούν ο πολιτικός οπαδισμός και, τελικά, ο εθνικός διχασμός όταν οποιοσδήποτε δεν είναι ιδεολογικά μαζί μας είναι εχθρός μας και πρέπει να απομακρύνεται; Αυτή είναι η περαιτέρω ζημιά που προκάλεσε η διαμάχη για το Μνημόνιο: οι «άλλοι» δεν είναι απλώς πολιτικοί εχθροί αλλά αντιδημοκράτες, με κριτήριο μια εντελώς στρεβλή αντίληψη της δημοκρατίας. Αλλωστε, σε μια δημοκρατία, εκείνοι που αξίζουν να απομονωθούν είναι οι αντιδημοκράτες, έτσι δεν είναι; Αρκεί, φυσικά, να τους ορίσουμε σωστά.

Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί, όμως, όσο συνεχίζουμε να συμπεριφερόμαστε ως οπαδοί. Οπαδοί κομμάτων, ιδεολογιών, συντεχνιών και προσώπων. Είναι ανάγκη, πριν από οτιδήποτε άλλο, να αποδεχθούμε τη δημοκρατία μας και να γίνουμε οπαδοί της. Στη συνέχεια, μπορούμε να αποφασίσουμε να την αλλάξουμε αν, παρ’ ελπίδα, δεν μας αρέσει. Πρώτα, όμως, πρέπει να τη γνωρίσουμε καλά.

Ο Κωνσταντίνος Καλλίρης είναι νομικός, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης