Ανάμεσα στα υποψήφια πρόσωπα για το ΔΣ της ΕΡΤ που «ανέκρινε» η πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου ήταν και ο συνθέτης Μιχάλης Γρηγορίου, που στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης είχε μελοποιήσει, μεταξύ άλλων, στρατοπεδικά ποιήματα του Αρη Αλεξάνδρου, στη συλλογή «Ανεπίδοτα γράμματα». Ο Αλεξάνδρου, ως γνωστόν, έχει γράψει ένα από τα σπουδαιότερα κείμενα της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας, το «Κιβώτιο», το οποίο εκτός από δομική πρόκληση για τους φιλόλογους είναι και ένα κείμενο τοποθετημένο στην καρδιά του Εμφυλίου, στην καρδιά της ηθικής αφοσίωσης στη διεκδίκηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, από την οποία εμπνέονταν οι ανιδιοτελείς αριστεροί (και δεν κρύβω ότι από τους «ανακριθέντας» της ΠτΒ, αυτός που με στενοχώρησε, επειδή δεν τα βρόντηξε, ήταν ο κ. Γρηγορίου –τόσο μακριά είναι η αισθητική συγκίνηση άραγε από την καθημερινή πράξη;)

Εν πάση περιπτώσει, το μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου στήνεται γύρω από την εξής αφηγηματική αφετηρία: μια ομάδα αριστερών αγωνιστών αναλαμβάνει την αποστολή αυτοκτονίας να μεταφέρει από το βουνό στο αρχηγείο ένα κιβώτιο, που υποτίθεται ότι στο εσωτερικό του έχει ένα σημαντικό απόρρητο μυστικό. Οταν, όμως, το κιβώτιο φθάνει στον προορισμό του και το ανοίγουν διαπιστώνουν ότι είναι άδειο. Κενό. Δεν είχε μέσα τίποτα.

Μα τίποτα; Τίποτα που να είχε σχέση με τους υψηλούς στόχους της κοινωνικής επανάστασης δεν περιείχε το κιβώτιο, για το οποίο θυσιάστηκαν όλοι (εκτός από έναν, που συνελήφθη); Η αλληγορία του Αλεξάνδρου για την αυταρχική Αριστερά τροφοδότησε πολλές συζητήσεις. Ο ίδιος θεωρήθηκε αποσυνάγωγος συγγραφέας για το ΚΚΕ.

Μια μέρα, όμως, πάνε καμιά εικοσαριά χρόνια, ένας αγωνιστής του Εμφυλίου, ηλικιωμένος τότε, εκλιπών σήμερα, που βρέθηκε τυχαία στην παρέα μας, μια παρέα φιλολογιζόντων περί το «Κιβώτιο», αφού μας σιχτίρισε που φάγαμε αμάσητη την ιστορία του Αλεξάνδρου, μας είπε μια άλλη εκδοχή του μύθου. «Το κιβώτιο δεν ήταν άδειο, κάθε άλλο. Απλώς, ο αρχηγός ήθελε να στείλει μια γούνα, από την περιοχή της Καστοριάς όπου διεξάγονταν οι μάχες, στην αγαπημένη του που βρισκόταν κάπου στα Γιάννινα. Το κιβώτιο είχε μέσα τη γούνα, δώρο του αρχηγού προς την καλή του».

Μια γούνα; Οχι, δηλαδή, μια πλάνη, αλλά μια φρικτή ιδιοτέλεια, την οποία υπηρέτησαν τυφλά, ακόμη και με τη ζωή τους, αφοσιωμένοι οραματιστές;

Σκέπτομαι όλο και πιο έντονα την αλληγορία με τη γούνα του κιβωτίου. Και κάποιες στιγμές, φευγαλέα, σκέπτομαι ότι η αβέβαιη περίοδος της πρώτης φοράς Αριστερά, που διανύουμε, δεν είναι ένα άδειο κιβώτιο (οδυνηρή διαπίστωση, ούτως ή άλλως). Οτι είναι γεμάτο. Και αυτό είναι χειρότερο.