Ξέρετε ποιο είναι το χειρότερο στην περίπτωση της Ζωής Κωνσταντοπούλου; Δεν είναι ο αυταρχισμός. Ούτε το ύφος. Ούτε οι φιλοδοξίες.

Είναι η έλλειψη μέτρου ενός ανθρώπου που ανέλαβε ενώπιον του καθρέφτη του όλες τις αρμοδιότητες και όλες τις δικαιοδοσίες.

Η Πρόεδρος της Βουλής έχει κατά σειρά αναθέσει στον εαυτό της την αυθεντική εκτίμηση για την πορεία των διαπραγματεύσεων.

Τη μονοπρόσωπη εκπροσώπηση του προεκλογικού ΣΥΡΙΖΑ.

Την κατοχή της αλήθειας για το χρέος, το οποίο ανέλαβε να αξιολογήσει μια «Επιτροπή Αλήθειας» που ίδρυσε η ίδια, στελέχωσε η ίδια και η ίδια έθεσε υπό την προεδρία της.

Τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων –που πάλι η ίδια επιδίκασε!..

Την αναίτια κι αυτεπάγγελτη προάσπιση των δικαιωμάτων των διαδηλωτών είτε μπουκάρουν είτε δεν μπουκάρουν στη Βουλή.

Την ανεξιχνίαστη προστασία των κοινοβουλευτικών δικαιωμάτων της «Χρυσής Αυγής».

Την αυθεντική ερμηνεία της νομιμότητας στο ευρωπαϊκό σύστημα, εξού και αποφάνθηκε εσχάτως ότι το Eurogroup «δεν έχει θεσμική υπόσταση».

Τη διασφάλιση της ελεύθερης ενημέρωσης –ελεύθερης με την έννοια ότι είναι του γούστου της, διαφορετικά τη θεωρεί παραπληροφόρηση.

Τον έλεγχο νομιμότητας των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, την αξιολόγηση της δανειοληπτικής τους ικανότητας καθώς και των φορολογικών ή ασφαλιστικών εκκρεμοτήτων τους.

Το αποκλειστικό ενδιαφέρον για την ανασύσταση της δημόσιας τηλεόρασης.

Δικαιοδοσίες που δεν την έχουν εμποδίσει να σχολιάζει με ασυνήθιστη και συνήθως αχρείαστη επιθετικότητα όποιον βουλευτή, πολιτικό ή δημοσιογράφο διανοηθεί να διατυπώσει απόψεις που δεν τη βρίσκουν σύμφωνη.

Ευτυχώς ή δυστυχώς, ο κόσμος της Ζωής δεν περιλαμβάνει πολλούς άλλους από την ίδια τη Ζωή.

Αυτή ξέρει. Αυτή κρίνει. Αυτή εκπροσωπεί. Τους πάντες και τα πάντα.

Η ίδια έχει επινοήσει τη βολική εξήγηση ότι επικρίνεται επειδή «ενοχλεί». Ποιους; Κάποιους «σκοτεινούς» και «παντοδύναμους».

Λάθος μεγάλο. Εχω την αίσθηση ότι δεν ενοχλεί κανέναν, άσχετα αν εκνευρίζει πολλούς.

Και δεν ενοχλεί για έναν πολύ απλό λόγο: επειδή η ίδια φροντίζει με μεγάλη επιμέλεια να ακυρώνει τον εαυτό της, να υπονομεύει την κριτική της και να ναρκοθετεί την πορεία της.

Ετσι, μια φιλόδοξη και ενδιαφέρουσα περίπτωση νέας πολιτικού κινδυνεύει να μετατραπεί απλώς σε κινούμενη γραφικότητα. Να καταντήσει «ο τρόμος των βενζινάδων».

Δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Η απειλή αυτή παραμονεύει όσους στην πολιτική στερούνται μέτρου, αυτοσυγκράτησης κι ιεράρχησης.

Οσους ξεχειλίζουν από εμμονές και βεβαιότητες.

Οσους καταφεύγουν στην ευκολία της καταγγελίας και στον έπαινο της αυταρέσκειας.

Οσους τελικά αντιμετωπίζουν την πολιτική μέσα από τον εαυτό τους.

Τα υπόλοιπα δεν είναι αρμοδιότητα του γράφοντος.