Στην περίπτωσή μας το μέγεθος δεν μετράει. Αλλά για να είμαστε ακριβείς το πούρο που άναψε ο Νίκος Ξυδάκης μέσα στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης δεν ήταν πούρο με την κακή έννοια. Ηταν «σιγκαρίλο». Αρα, λόγω μεγέθους, δεν μπορούσε να σηκώσει όλες εκείνες τις δυσφημιστικές συμπαραδηλώσεις που έχουν φορτωθεί τα πούρα από τότε που έπαψαν να είναι σύμβολα παρτιζάνικης αυθάδειας στα χείλη του Τσε ή του Κάστρο.

Ευτυχώς, ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού δεν έμεινε σε τέτοιες δικαιολογίες. Αναγνώρισε ευθέως το λάθος του και απολογήθηκε δημοσίως. Και το έκανε καθαρά, χωρίς να πιαστεί στην παγίδα όσων έσπευσαν να διογκώσουν το περιστατικό για να του κάνουν τάχα αντιπολίτευση.

Πόση πολιτικοποίηση να αντέξει πια ένα σιγκαρίλο; Αντιθέτως, αυτό που φαίνεται, σύμφωνα με τον Ξυδάκη, να σηκώνει πολλή πολιτικοποίηση είναι η τέχνη. Ο ίδιος, μιλώντας πρόσφατα σε εκδήλωση της Περιφέρειας Αττικής, βρήκε πως η εποχή μας παράγει «την ωμή τέχνη του νεοφιλελευθερισμού και των hedge funds» που «εικονογραφεί το χρήμα». Και θύμισε στους καλλιτέχνες που ήταν στο ακροατήριό του μια παλιά του παραίνεση. «Να ξαναθέσουν ζητήματα που θεώρησε ληγμένα ο μοντερνισμός: την αναπαράσταση, την αφήγηση, το κάλλος, το έμμορφο». Πώς; Θεραπεύοντας την «υστέρησή τους ως προς τους κραδασμούς της παράδοσης».

Θα ήταν μόνο μια θεωρητική συζήτηση για μυημένους. Θα ήταν άλλη μια διατύπωση της άποψης ότι πρέπει να κλείσουμε τ’ αφτιά στις σειρήνες του μεταμοντερνισμού και να επιστρέψουμε στον χαμένο παράδεισο μιας ναΐφ ελληνικότητας. Ομως, δεν πρόκειται για τις ανησυχίες ενός ειδικού. Αρκεί να ακούσει κανείς τον Ξυδάκη όταν μιλάει (μόνο) για πολιτική. Αρκεί να διαβάσει τις παρεμβάσεις του, για να καταλάβει ότι εκτός από τον μοντερνισμό εχθρός είναι και η κοιτίδα του, η Ευρώπη. Και βεβαίως οι εγχώριοι σύμμαχοί της, το ελληνικό «tea party» που φοράει «ευρωπαΐζουσα μάσκα» και είναι «αντιδημοκρατικό και αντιαριστερό».

Εντάξει, μπορεί η ορολογία να είναι κάπως εξεζητημένη. Η θεωρία όμως είναι πολύ γνώριμη. Είναι το δόγμα που δεν απορρίπτει μόνο την ευρωπαϊκή λιτότητα, αλλά συνολικά την Ευρώπη, ως καπιταλιστική μηχανή παραγωγής δυστυχίας –και, παρεμπιπτόντως, ψευδούς κουλτούρας. Απέναντί σε μια τέτοια Ευρώπη, η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι μια απλή κυβέρνηση. Αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως «ιστορικό» εγχείρημα που θα λυτρώσει τη χώρα από τις πληγές της νεοφιλελεύθερης νεωτερικότητας. Η Ιστορία έχει κάνει λάθος. Και ο ΣΥΡΙΖΑ –με τη βοήθεια των ΑΝΕΛ –πήρε εντολή να το διορθώσει.

Αυτή η αντίληψη του κόσμου χρεώνεται από αυτοματισμό στις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν ταξινομηθεί ως «παλαιοκομμουνιστικές». Στην πραγματικότητα καλλιεργείται και από τις μη οργανικές εκδοχές του κόμματος.

Ο Ξυδάκης λέει ό,τι κι ο Στάθης Λεουτσάκος. Μόνο που βάζει και λίγο Βίτγκενσταϊν.