Η χιλιοειπωμένη φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος είχε αποφανθεί ότι στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται, όπως και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται, περιγράφει με ακρίβεια τις νεοπαθογένειες της εξωτερικής μας πολιτικής.

Μέσα σε δύο μήνες η κυβέρνηση κατόρθωσε να διαιρέσει τους φίλους και να πολλαπλασιάσει τους εχθρούς της ελληνικής διπλωματίας: η ατυχής πρεμιέρα με τις κυρώσεις προς τη Ρωσία – όπου η Ελλάδα κατάφερε να βάλει απέναντι εκείνους οι οποίοι συμφωνούσαν με τις θέσεις της – συμπληρώνεται καθημερινά με ατυχείς πρωτοβουλίες, όπως εκείνη της αποστολής αντιπροσωπείας στην Τεχεράνη, τη στιγμή που ουδείς έλληνας επίσημος έχει επισκεφθεί τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ενδιαμέσως, η χώρα μας κατόρθωσε να δημιουργήσει κλίμα απόλυτης έλλειψης εμπιστοσύνης και συνεννόησης με τη Γερμανία – πράγμα που ανάγκασε τον Πρωθυπουργό να προχωρήσει σε δημόσια ανασκευή ενώπιον της καγκελαρίου κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο. Ομως η δημιουργία μετώπων – τα οποία στη συνέχεια επιχειρείται να κλείσουν – προφανώς δεν συνιστά την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση. Η δε προτεραιότητα που δίνεται στις σχέσεις με τη Ρωσία και δευτερευόντως την Κίνα απέχει προς το παρόν από το να έχει άμεσα απτά και επωφελή αποτελέσματα.

Οι διπλωματικές προτεραιότητες εξαρτώνται αναγκαστικά από τις ανάγκες της χώρας. Και η πλέον επείγουσα ανάγκη σήμερα είναι η δημιουργία συμμαχιών εντός της ευρωζώνης – ώστε να προωθηθεί το κεφαλαιώδες θέμα της επιστροφής στην ανάπτυξη, μέσω της εξόδου της χώρας από την κρίση. Ωστόσο με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως η Γαλλία, η κυβέρνηση δεν έχει πλέον φίλους στο Eurogroup. Πριν από τα γεωστρατηγικά παίγνια, ας κοιτάξουμε και λίγο τα χάλια μας!