Σχεδόν τέσσερις μήνες πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας οδήγησαν την Ελλάδα στο σημείο εκκίνησης, αλλά από χειρότερη θέση.

Οι υπουργοί άλλαξαν, ναι. Αλλά το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, οι διαδικασίες, οι δεσμεύσεις και οι απαιτήσεις, το αντικείμενο της συζήτησης, όλα έμειναν περίπου όπως τα ξέραμε.

Χωρίς συμφωνία, ακόμη. Και χωρίς λεφτά. Καλώς τα παιδιά!

Δεν ξέρω πόσοι εξεπλάγησαν από την εξέλιξη. Προσωπικά δεν περίμενα κάτι διαφορετικό.

Οχι επειδή η νέα κυβέρνηση δεν έχει άλλες ιδέες ή διαφορετικές προθέσεις. Αλλά επειδή στις μέρες μας και στην Ευρωπαϊκή Ενωση των ημερών μας η πολιτική δεν είναι υπόθεση ιδεών, ούτε προθέσεων.

Είναι η τέχνη διαχείρισης μιας δεδομένης πραγματικότητας. Η οποία, δυστυχώς, δεν μεταβάλλεται ουσιαστικά από επιμέρους εκλογικά αποτελέσματα που αποτυπώνουν ιδέες και προθέσεις.

Λίγες μέρες μετά τις εκλογές ο Μάρτιν Σουλτς είχε προειδοποιήσει τον νέο Πρωθυπουργό:

– Το 36% του 1,9% της ευρωζώνης δεν μπορεί να επιβάλει την πολιτική του στην Ευρώπη.

Καλώς ή κακώς, θα προσθέσω.

Την επιβεβαίωση αυτής της ψύχραιμης προειδοποίησης ζει σήμερα η κυβέρνηση κι εμείς μαζί της. Η Ευρώπη δεν άλλαξε, το αντίθετο. Συσπειρώθηκε εναντίον εκείνων που επιχειρούσαν να την αλλάξουν.

Η προσγείωση είναι καθημερινά ορατή, ακόμη κι αν εύλογα η κυβέρνηση προσπαθεί να την καταστήσει λιγότερο απότομη.

Ολα αυτά βεβαίως κινούνται στον αστερισμό του αυτονόητου για όποιον έχει επιλέξει να μη ζει σε έναν κόσμο άγνοιας και ψευδαισθήσεων.

Λιγότερο αυτονόητη είναι η ρητορική που συνοδεύει την προσγείωση. Ενδεχομένως επιστρατεύτηκε ως εσωτερικό αντίβαρο στις υποχωρήσεις. Επί της ουσίας λειτουργεί σαν βαρίδι.

Οχι απλώς επειδή εγκλωβίζει την ελληνική πλευρά στον χώρο μιας δωρεάν (πλέον) πλειοδοσίας. Αλλά επειδή κόβει τις γέφυρες σε κάθε προσπάθεια απάλυνσης των απαιτήσεων.

Ετσι, η αναζήτηση συμβιβασμού εξελίχθηκε σε παράσταση δικαίωσης για τη γαλαρία. Λάθος. Διότι η ελληνική πλευρά έφτασε να δίνει μόνη μια μάχη με τον χρόνο.

Οι υποτιθέμενοι «σύμμαχοι» σφυρίζουν αδιάφορα, η ευρωζώνη (με πρώτη τη Γερμανία) είναι στα κάγκελα, η ΕΚΤ γύρισε την πλάτη και η Κομισιόν παίρνει αποστάσεις ασφαλείας.

Η ψύχραιμη σκέψη θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι ήρθε η ώρα μιας ειλικρινούς κι απροσχημάτιστης αναδίπλωσης.

Η κυβέρνηση θα έχει ασφαλώς κόστος, αλλά θα κερδίσει τη διάρκεια, η οποία ίσως της επιτρέψει να ξεπεράσει το κόστος.

Σε αντίθετη περίπτωση κινδυνεύει να έχει κόστος, αλλά χωρίς διάρκεια.

Δεν ξέρω ποιοι νομίζουν ότι μπορούν να αποφύγουν το πρώτο. Ούτε αν ρισκάρουν συνειδητά το δεύτερο.

Ελπίζω απλώς να μην υπάρχει κάποιο περίεργο «σχέδιο Βήτα» στο μυαλό τους.