Μια παράξενη αίσθηση μεταβατικότητας σφραγίζει την ελληνική πολιτική ζωή μετά τις εκλογές και τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης –τη στιγμή που η αγορά και η κοινωνία διψούν για σταθερότητα.

«Αυτοί θα έχουν πέσει μέχρι το Πάσχα» δήλωσε ο Αδωνις Γεωργιάδης στην «κλειστή» Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας. «Να μη βαφτίζουμε το κρέας ψάρι» ζητά η Ζωή Κωνσταντοπούλου βάζοντας κόκκινες γραμμές –και ανάβοντας φωτιές –στον Αλέξη Τσίπρα. Και πάει λέγοντας.

Είναι σαν να κάθονται όλοι μαζί στις κερκίδες ενός γκραν πρι –περιμένοντας να δουν το δυστύχημα. Η μία πλευρά παίζει με τα σενάρια της αριστερής παρένθεσης και η άλλη με τα σενάρια νέων εκλογών, που θα της έδιναν θριαμβευτική αυτοδυναμία. Και ζήσαμε εμείς χάλια κι αυτοί χειρότερα.

Κι αν η θεωρία της «παρένθεσης» βολεύει τον Αντώνη Σαμαρά για εσωκομματικούς λόγους –τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται -, τα παιχνίδια με νέες κάλπες δεν βολεύουν κανέναν: πρώτον, χρήματα για εκλογές δεν υπάρχουν –και ούτε θα υπάρξουν το επόμενο διάστημα. Δεύτερον, εκλογές με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να μας τα ρίχνει από το πρωί ώς το βράδυ, τίποτε θετικό δεν προμηνύουν.

Η κυβέρνηση έχει πέσει στην παγίδα των πολιτικών χειρισμών, με μοναδικό στόχο να διευρύνει την εκλογική της επιρροή –αντί του στόχου για μια κατά το δυνατόν καλύτερη (αξιοπρεπέστερη, που θα έλεγε και ο κ. Βαρουφάκης) συμφωνία με τους δανειστές.

Περιέργως, αυτόν τον «έντιμο συμβιβασμό» επιζητά –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις –η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. Κάτι που δεν λαμβάνει υπόψη η κυβέρνηση –ελπίζοντας ότι θα πάρει λεφτά από τον κ. Ντράγκι χωρίς να δώσει το παραμικρό, ώστε να ανέβει κι άλλο στα γκάλοπ και να ηρεμήσει κι ο κ. Λαφαζάνης. Αυτά όμως δεν γίνονται ούτε στο σινεμά –πόσω μάλλον στο Eurogroup.