Στις αρχές της οικονομικής κρίσης, εκεί γύρω στο 2009, ο αείμνηστος Μένης Κουμανταρέας, σε μία τηλεοπτική εκπομπή, είχε πει κάτι που, από τότε, έχω συμπεριλάβει στην προσωπική μου φαρέτρα αξιών. «Στη δεκαετία του 1950, του 1960 ακόμη και του 1970, οι Ελληνες ήμασταν ένας φτωχός λαός. Μέσα σε αυτά τα χρόνια όμως είχαμε αναπτύξει τον πολιτισμό της ανέχειας. Και ήμασταν αξιοπρεπείς φτωχοί. Στη συνέχεια πλουτύναμε με συνοπτικές διαδικασίες. Με δάνεια, με λοβιτούρες. Η ευμάρεια βεβαίως δεν είναι κακό πράγμα. Μόνο που, έτσι γρήγορα που την κατακτήσαμε, δεν προλάβαμε να αναπτύξουμε τον πολιτισμό του πλούτου. Και από αξιοπρεπείς φτωχοί γίναμε αναξιοπρεπείς πλούσιοι».

Λίγες ώρες αφού έκλεισαν οι κάλπες και με ένα ξεκάθαρο εκλογικό αποτέλεσμα, αυτό που προσδοκώ είναι πρωτίστως η ανάκτηση της αξιοπρέπειάς μας. Οχι μόνο της εθνικής, που ήταν βασικό διακύβευμα των εκλογών, αλλά καθενός από εμάς ξεχωριστά. Και του προσωπικού μας πολιτισμού που επλήγη στην προεκλογική περίοδο αλλά και στην πολιτική αντιπαράθεση των τελευταίων μηνών. Γιατί η όξυνση των παθών, οι συγκρούσεις ακόμη και το κοινώς λεγόμενο «ξεκατίνιασμα», όπως πιστεύω ότι θα έλεγε ο Κουμανταρέας, δεν είναι και τόσο «πράγματα του διαβόλου» όταν διέπονται από κάποιους κώδικες που συγκροτούν έναν έστω και ιδιόμορφο πολιτισμό. Αυτόν που απεμπόλησαν τα «ψόφα» του Διαδικτύου.

Καλό ξεκίνημα λοιπόν έχοντας κατά νου ότι το καινούργιο δεν είναι ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο από το παλιό. Είναι απλώς καινούργιο. Κι αυτό, προς το παρόν, είναι αρκετό.