Η συνάντηση δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Η πληροφορία όμως αιωρείται σε κάποιους –πολύ καλά ενημερωμένους συνήθως –ξένους κύκλους. Υπήρξε όντως συνάντηση Σόιμπλε – ΔΝΤ τον Νοέμβριο; Και αποφασίστηκε στη συνάντηση αυτή να μην κλείσει το «ριβιού» –δηλαδή η αξιολόγηση της υλοποίησης του ελληνικού προγράμματος από την τρόικα; Να μην κλείσει –με την έννοια να παραμείνει ψηλά ο πήχης σε ό,τι αφορά κυρίως το δημοσιονομικό κενό για το 2015. Αρα να απαιτούνται σκληρά μέτρα. Η αλήθεια είναι ότι την περίοδο εκείνη, δηλαδή περί το τέλος Νοεμβρίου, στο Μαξίμου είχαν αρχίσει να ψυλλιάζονται ένα σενάριο κατά το οποίο η τρόικα –ιδίως δε το ΔΝΤ ως εγκάθετο του Βερολίνου –δεν επρόκειτο να επιτρέψει κανέναν συμβιβασμό. Ούτως ή άλλως, η αύξηση στον ΦΠΑ των ξενοδόχων, που διαφημίστηκε ως μεγάλη υποχώρηση της κυβέρνησης, δεν αποδείχθηκε επαρκής. Και η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου πήγε γι’ αυτόν τον λόγο –αλλά και για διάφορους άλλους λόγους –καρότσι σε Προεδρική – εξπρές και πρόωρες εκλογές.

Ηθελε ο Σόιμπλε να «γδάρει» τον ΣΥΡΙΖΑ που τον έβλεπε να έρχεται; Ιδίως τη στιγμή που ο ανασχηματισμός του περασμένου Ιουνίου έδειχνε ότι η ατζέντα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε κυριαρχήσει, αναγκάζοντας τον Αντώνη Σαμαρά να ανοίξει τα κυβερνητικά γραφεία στη λαϊκή Δεξιά. Ή μήπως οι δεσμοί Βερολίνου – Αθήνας χαλάρωσαν γρήγορα από τότε που έφυγε από την κυβέρνηση ο Γιάννης Στουρνάρας; Οπως η πληροφορία για τη συνάντηση του Νοεμβρίου, έτσι και τα ερωτήματα αυτά αιωρούνται. Και ενδέχεται να προδιαγράφουν το κλίμα που θα επικρατήσει από Δευτέρα αλλά και τις κρίσιμες επόμενες εβδομάδες. Η αλήθεια είναι ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αποτελεί πλέον σημείο αναφοράς τόσο για τη Φρανκφούρτη, που είναι έδρα της ΕΚΤ, όσο και για το Βερολίνο. Εκεί είναι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που παραμένει ο ισχυρός παράγων στα της ευρωζώνης. Οι κινήσεις του απηχούν συγκεκριμένες δογματικές αντιλήψεις για τα οικονομικά. Αντιθέτως, η Ανγκελα Μέρκελ λειτουργεί πιο πολιτικά –τοποθετείται τακτικά, συνθέτει, χειρίζεται τον χρόνο. Στη συνάντηση με τον έλληνα Πρωθυπουργό τον περασμένο Οκτώβριο, η καγκελάριος άκουσε με θετικό πνεύμα, αλλά, σύμφωνα με πρόσωπο που ήταν παρών, συνέστησε να υπάρξει συνεννόηση και με τον Σόιμπλε. Δεν πολυ-έγινε –για να το πούμε κομψά.

Οι πληροφορίες για το παρασκήνιο γοητεύουν. Και πολλές φορές ορίζουν το προσκήνιο. Εν προκειμένω, το τι μέλλει γενέσθαι στην επαφή μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τον διεθνή παράγοντα. Το ρίσκο είναι ότι πρόκειται για ένα κόμμα του 3,5% μοχλευμένο επί δέκα στη λαϊκή οργή και στον λαϊκισμό. Η λαϊκή οργή υποδηλώνει ότι η υποχώρηση δεν θα είναι εύκολη γιατί η κοινωνία δεν αντέχει άλλο. Ο λαϊκισμός όμως, με τη μορφή των υποσχέσεων προς τους πάντες για τα πάντα, ενέχει την πιθανότητα της βίαιης απομόχλευσης. Δηλαδή της γρήγορης πτώσης από ποσοστά της τάξεως του 35% και βάλε, αν οι υποσχέσεις δεν τηρηθούν. Το έπαθε το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου μεταξύ Οκτωβρίου 2009 και Μαΐου 2010. Τότε πέρασαν μερικοί μήνες. Τώρα θα τρέξουν κάποιες εβδομάδες. Ηδη η ΕΚΤ έδωσε έκτακτη ρευστότητα –τον περιβόητο ELA –στις ελληνικές τράπεζες μόνο για δεκαπέντε ημέρες.

Το πιο κρίσιμο μέγεθος στην πολιτική –εκτός από τα ποσοστά της νίκης –είναι ο χρόνος. Ο κίνδυνος, από Δευτέρα, είναι ο χρόνος να τρέξει πιο γρήγορα παρά ποτέ. Αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα προσαρμογής, απλώς αυτή δεν θα μπορεί να γίνει σε αργή κίνηση. Από την άλλη, η ταχύτητα των εξελίξεων μπορεί να αποδειχθεί βοηθητική. Εν πολλοίς, το ερώτημα δεν είναι αν θα κερδίσει ο Τσίπρας αλλά πώς θα χειριστεί την επόμενη μέρα.