Από τον Δημήτρη Τσουκαλά στον Κωνσταντίνο Τσουκαλά είναι μακρύς ο δρόμος. Είναι, χονδρικά, ο δρόμος που διήνυσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ποιος θυμάται, πια, ότι το 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τοποθετήσει τον πρώην συνδικαλιστή του ΠΑΣΟΚ στο Επικρατείας στην τρίτη θέση, που τότε δεν λογιζόταν καν ως εκλόγιμη;

Αν το Επικρατείας είναι η φαρέτρα των κομματικών συμβόλων, τότε η επιλογή του καθηγητή Τσουκαλά δεν απαιτεί κόπο για να εξηγηθεί. Θά ‘λεγες ότι ήταν προορισμένος για τη θέση από μόνη την εργογραφία του. Με όψη ιερέα του μαρξισμού, ο Τσουκαλάς είναι ο αρχετυπικός αριστερός διανοούμενος που, αν δεν υπήρχε, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να τον επινοήσει.

Οι συμβολισμοί, βέβαια, δεν εξαντλούνται στην επιφάνεια. Ο Τσουκαλάς έρχεται από τον μακρύ Μάη του ’68. Τον Μάη που διαρκεί στο φαντασιακό της ελληνικής Αριστεράς και εξακολουθεί να αιμοδοτεί τους μύθους και τα συνθήματά της.

Η αλήθεια είναι ότι κάποια στιγμή μεταξύ του ’68 και του 2015 ο Τσουκαλάς βρέθηκε στην ομάδα των διανοουμένων που περιστοίχιζαν, ως οιονεί ανακτοβούλιο, τον Κώστα Σημίτη και συνδιαμόρφωσαν υποδόρια το ύφος της διακυβέρνησής του.

Πολλοί θυμήθηκαν χθες την εγγύτητά του με τον πρώην πρωθυπουργό, αλλά και τη θητεία του σε δημόσιες θέσεις. Ξέθαψαν μέχρι και τον διορισμό του ως ειδικού συμβούλου για θέματα εθελοντισμού στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.

Η υπόνοια εδώ είναι ότι ο Τσουκαλάς, όπως και άλλοι σοφοί της Αριστεράς δεν παρακολούθησαν τη Μεταπολίτευση από τον εξώστη του αποστασιοποιημένου παρατηρητή. Μετείχαν στα πράγματα ενεργά, και όχι μόνο με τις επιφυλλίδες τους. Γι’ αυτό και τώρα γίνονται στόχοι ενός αναθεωρητισμού που καταλογίζει στην Αριστερά μεγάλο μέρος της ευθύνης για τα αδιέξοδα της Μεταπολίτευσης.

Είναι μια συζήτηση απολύτως σχετική με τις αντίπαλες αναγνώσεις για την κρίση που αναμετρώνται (και) σε αυτές τις εκλογές. Τα τελευταία χρόνια ο Τσουκαλάς συνέβαλε όσο λίγοι στο να αποκτήσει περιωπή ευαγγελίου η μία από αυτές: Επικύρωσε την ανάγνωση που εστιάζει στα αδιέξοδα του νεοφιλελευθερισμού και ελεεινολογεί τα θεσμικά ελλείμματα της Ευρώπης, αποσιωπώντας ως αμελητέες τις εγχώριες παθογένειες.

Ολα αυτά μπορεί να ηχούν πολύ θεωρητικά. Το ίδιο θα πρέπει να ένιωσε και ο Τσουκαλάς, για να αποφασίσει στα 77 του την κομματική του στράτευση. Η θεωρία δεν σε πάει μακριά. Πρέπει να είσαι έτοιμος να αναλάβεις αυτό που ο ίδιος έχει ονομάσει το «ρίσκο του λάθους».