Το διαβόητο Grexit (έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ) επανέρχεται μετά την πολιτική αβεβαιότητα και τις προοπτικές που επικρατούν στη χώρα. Ορισμένες πολιτικές δυνάμεις και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι θέμα εξόδου (αποβολής ή εκδίωξης) της Ελλάδας από το σύστημα της ευρωζώνης δεν τίθεται κάτω σχεδόν από οποιεσδήποτε συνθήκες. Ως εκ τούτου, μπορούν εκ του ασφαλούς να διαπραγματευθούν με την ευρωζώνη οποιοδήποτε αίτημα, χωρίς να χρειάζονται «σχέδιο Β», καθώς δεν αντιμετωπίζουν καν ως θεωρητική περίπτωση τα αιτήματα να μη γίνουν τελικά αποδεκτά και η Ελλάδα να οδηγηθεί εκτός ευρώ.

Μακάρι τα πράγματα να ήταν έτσι και η θέση αυτή να ήταν έγκυρη. Αλλά δεν είναι. Η Ελλάδα μπορεί να οδηγηθεί σε έξοδο/αποβολή/εκδίωξη από την ευρωζώνη και, όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω, αυτό παραμένει ένα ακραίο μεν πλην υπαρκτό σενάριο (worst case), ανεξάρτητα από το τι προβλέπουν οι Συνθήκες. Οι οποίες, ως γνωστόν, δεν προβλέπουν ούτε την εθελούσια έξοδο/αποχώρηση ούτε την αποβολή/εκδίωξη χώρας-μέλους από την ευρωζώνη. Η Συνθήκη της Λισαβόνας επιτρέπει την εθελούσια έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση συνολικά. Ωστόσο, το θέμα της αποχώρησης/αποβολής από την ευρωζώνη δεν είναι νομικό. Είναι πολιτικό. Και παραμένει ως ακραία, έσχατη επιλογή, εάν μια χώρα παραμένει «αθεράπευτη περίπτωση» (incurable case) για το σύστημα. Δεν αποτελεί βεβαίως την επιθυμητή επιλογή, καθώς η αποχώρηση/εκδίωξη θα σηματοδοτούσε, στα μάτια των πολιτών τουλάχιστον, την έναρξη μιας διαδικασίας εξασθένησης της ευρωζώνης. Αλλά ως έσχατη επιλογή παραμένει στο συρτάρι. Και μπορεί εύκολα να υλοποιηθεί.

Το επιχείρημα ότι το 2012, όταν τέθηκε το θέμα της εξόδου/Grexit οι ιθύνοντες (και κυρίως η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ) συνειδητοποίησαν ότι οι συνέπειες για την ευρωζώνη συνολικά θα ήταν τεράστιες και, ως εκ τούτου, το κεφάλαιο αυτό έκλεισε άπαξ διά παντός, δεν ευσταθεί. Το 2012 η ευρωζώνη δεν ήταν πράγματι και τόσο καλά προετοιμασμένη να απορροφήσει τους κραδασμούς από την αποχώρηση/εκδίωξη χώρας-μέλους. Σήμερα όμως είναι σε καλύτερη θέση για κάτι τέτοιο εάν διαπιστώσει ότι έχουν εξαντληθεί όλες οι άλλες επιλογές. Το 2012, ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας ήταν ιδιαίτερα ευάλωτος και, σε κάποιο βαθμό, «στο έλεος του ελληνικού χρέους». Σήμερα, όμως, το ελληνικό χρέος έχει σχεδόν στην ολότητά του ανακεφαλαιοποιηθεί και τα stress tests δείχνουν να υπάρχουν ελάχιστες προβληματικές περιπτώσεις. Επιπλέον έχει προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό η τραπεζική ένωση (ενιαίες διαδικασίες επίβλεψης, εκκαθάρισης των τραπεζών κ.λπ.). Παράλληλα η Ενωση έχει αναπτύξει άλλους, πρόσθετους μηχανισμούς, θεσμικά μέσα και διαδικασίες για την προστασία της ευρωζώνης (από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας μέχρι το πακέτο κανονισμών six/two pack, κ.ά.). Επιπρόσθετα μια κρίση στην Ελλάδα δεν κρίνεται πλέον «μεταδοτική»( contagious). Αλλες χώρες δεν κινδυνεύουν από την ελληνική περίπτωση. Κινδυνεύουν για ενδογενείς λόγους ενδεχομένως (Γαλλία, Ιταλία). Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν αντιπροσωπεύει πλέον συστημικό κίνδυνο.

Καλό είναι λοιπόν κάποιος να μην επιχειρήσει να δοκιμάσει μια επικίνδυνη «υπόθεση εργασίας». Μπορεί να οδηγήσει την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης με ό,τι αυτό συνεπάγεται…

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών