Λένε πως ο καθρέφτης μιας χώρας είναι οι μυστικές υπηρεσίες της. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όμως, καθρέφτης της δημοκρατίας μας είναι η προεδρική εκλογή. Ισχύει από το 1974 και μετά γιατί, πολύ απλά, μέχρι τότε δεν είχαμε πραγματική δημοκρατία με υγιή θεμέλια. Ας κάνουμε λοιπόν την αναδρομή για να φθάσουμε στο βρώμικο Σαββατοκύριακο –19-20 Δεκεμβρίου 2014.

Το 1975 η εκλογή Κωνσταντίνου Τσάτσου εκφράζει το imperium της αναγεννημένης ως ΝΔ ελληνικής Δεξιάς. Το 1980 η εκλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποτελεί το ζενίθ της επιρροής του. Η πορεία θα είναι φθίνουσα, όπως θα αναδειχθεί με δραματικό τρόπο το 1985. Η επιλογή του Χρήστου Σαρτζετάκη, την ύστατη ώρα, είναι ένα ξέσπασμα της πολιτικής αυτοπεποίθησης του ΠΑΣΟΚ. Υποδεικνύει επίσης τον κίνδυνο των ξαφνικών εμπνεύσεων στα θεσμικά. Πολιτικός με διαύγεια πίσω από τις ρητορικές εκρήξεις, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν θα διορθώσει το λάθος με λάθος αλλά με συνταγματική αναθεώρηση. Αυτή περικόπτει τις λεγόμενες υπερεξουσίες του Προέδρου και, κυρίως, τη δυνατότητα διάλυσης της Βουλής με τη νεφελώδη δικαιολογία της «προφανούς δυσαρμονίας» με το δημόσιο αίσθημα.

Η τομή θα είναι προφητική. Θα προφυλάξει την Ελληνική Δημοκρατία από τις παρορμήσεις της εκάστοτε αξιωματικής αντιπολίτευσης κάθε φορά που μια κυβέρνηση βρίσκεται από κάτω στις δημοσκοπήσεις. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν υπήρχε η διάταξη επί Μνημονίου…

Η επανεκλογή Καραμανλή το 1990 είναι υστερόγραφο στο μακρύ λυκόφως της καριέρας του. Από το 1995 όμως έως το 2010 έχουμε την ελληνική εκδοχή του «great moderation» –είναι τα χρόνια της μετριοπάθειας. Το ΠΑΣΟΚ προτείνει δεξιό υποψήφιο, τον Κωστή Στεφανόπουλο, και τον εκλέγει με τη συνδρομή της ΠΟΛΑΝ του Αντώνη Σαμαρά. Το πείραμα πετυχαίνει και επαναλαμβάνεται το 2000, με τη ΝΔ να συναινεί αναγκαστικά. Ο Κώστας Καραμανλής, ξύπνιος μαθητής της πολιτικής, παίρνει το αίμα του πίσω και κόβει το αίμα των πασόκων προτείνοντας στην ψύχρα Κάρολο Παπούλια για το 2005. Θα τον αντιγράψει ο Γιώργος Παπανδρέου το 2010. Είναι η περίοδος της σταθερότητας, τα καλά χρόνια, που καδράρονται από την είσοδο στην ΟΝΕ. Και μέχρι εκεί…

Η προεδρική εκλογή του 2014-15 καθρεφτίζει μια δημοκρατία σε παράκρουση. Η διαδικασία εκβιάζεται, η συναίνεση είναι αδιανόητη και η Βουλή του 2012, εύκολα η χειρότερη κοινοβουλευτική σύνθεση της Μεταπολίτευσης, αποδεικνύεται χαβούζα που καταπίνει ή βρωμίζει τα πάντα. Ακόμη και ένας υποψήφιος με στέρεο προφίλ, ο Σταύρος Δήμας, αδυνατεί να εξημερώσει τα ζωώδη ένστικτα όχι στην οικονομία –κατά Κέινς –αλλά στην ελληνική πολιτική. Η υπόθεση Χαϊκάλη αμαυρώνει την ατμόσφαιρα ήδη από τον πρώτο γύρο, τοποθετούμενη μεταξύ παραπολιτικού και παρακράτους. Αδύναμη και ανυπεράσπιστη, η Ελληνική Δημοκρατία ζει την προεδρική εκλογή ως βιασμό και προεόρτιο πρόωρων εκλογών που συναρτώνται αναγκαστικά με τον κίνδυνο της χρεοκοπίας ή και της εξόδου από την ευρωζώνη. Μια ατμόσφαιρα που θυμίζει λίγο τους πρώτους στίχους από τη «Δευτέρα Παρουσία», το ποίημα του Γέιτς που μετέφρασε ο Γιώργος Σεφέρης: «Γυρίζοντας ολοένα σε κύκλους που πλαταίνουν το γεράκι δεν μπορεί ν’ ακούσει πια το γερακάρη·/ τα πάντα γίνονται κομμάτια·/ το κέντρο δεν αντέχει…». Και πιο κάτω: «Οι καλύτεροι χωρίς πεποίθηση ενώ οι χειρότεροι/ είναι γεμάτοι από την ένταση του πάθους…».