Αυτό, όντως, έλειπε. Μέσα σε όλες τις υποτροπές των πρώιμων συμπτωμάτων της ελληνικής περιπέτειας έλειπε η επανεμφάνιση του Γιώργου Παπακωνσταντίνου για να συμπληρωθεί το σκηνικό της τέλειας καταιγίδας.

Η παραπομπή του «υπουργού του Μνημονίου» στο Ειδικό Δικαστήριο δεν ήταν έκπληξη. Η έκδοση του βουλεύματος αναμενόταν αυτή την εποχή. Κατά τύχη συνέπεσε με την πολιτική θύελλα.

Επί της ουσίας, η παραπομπή ήταν προδιαγεγραμμένη από την ψήφο της Βουλής –και την κρίση περί μη παραγραφής που μεσολάβησε. Εκπληξη ίσως είναι ότι το κατηγορητήριο έχει ελαφρύνει κατά μία κατηγορία (της παράβασης καθήκοντος). Ως δεύτερη έκπληξη καταγράφεται το ότι ο ένας από τους πέντε δικαστές μειοψήφησε, αποφαινόμενος υπέρ της απαλλαγής του Παπακωνσταντίνου.

Αν, τώρα, μπει κανείς στον πειρασμό να αποτιμήσει πολιτικά το βούλευμα θα έβρισκε μάλλον ότι εντάσσεται σε μια σειρά πολιτικά φορτισμένων υποθέσεων, όπου η Δικαιοσύνη ακολουθεί την ασφαλή, σολομώντεια λύση.

Η ίδια η δίκη πάντως θα είναι de facto πολιτικό γεγονός. Είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς σήμερα μέσα σε ποιο κλίμα θα διεξαχθεί. Αλλά ορισμένα «θεατρικά» στοιχεία της ακροαματικής διαδικασίας θα παίξουν σίγουρα ρόλο στον αντίκτυπό της. Θα επιλέξει, ας πούμε, να είναι παρών ο κατηγορούμενος; Θα ικανοποιηθεί η παλιά δίψα ορισμένων να τον δουν να κάθεται στο σκαμνί;

Οι είκοσι μήνες του Παπακωνσταντίνου στο υπουργείο Οικονομικών ισοδυναμούν με μια πολιτική αιωνιότητα. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς σε ποια χώρα ανέλαβε, τον Οκτώβριο του 2009, και σε ποια χώρα παρέδωσε το υπουργείο, τον Ιούνιο του 2011. Και όμως. Αυτοί οι μήνες δεν έμελλε να είναι οι χειρότεροί του.

Η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ είχε όλα τα χαρακτηριστικά για να χρησιμεύσει ως ταμιευτήρας της συσσωρευμένης οργής. Απέκτησε την περιωπή του ύστατου πλήγματος για την απονομιμοποίηση όχι μόνο της επάρατης μνημονιακής πολιτικής αλλά και όλου του πολιτικού συστήματος.

Αυτό το αφήγημα –χάρη και στις πολιτικές καριέρες που τράφηκαν από αυτό –απέκτησε τέτοιο βάρος που στο τέλος το κατηγορητήριο κινδύνευσε να περάσει σε δεύτερη μοίρα. Ο Παπακωνσταντίνου δεν απολογούνταν μόνο για το αν έσβησε ή όχι τα ονόματα των συγγενών του από το περιλάλητο στικάκι. Απολογούνταν ταυτόχρονα επειδή ήταν «αυτός που έκοβε τις συντάξεις».

Εντάξει. Ακόμη κι αν οι συνθήκες ήταν ομαλότερες θα ήταν παράλογο να ζητήσει κανείς στεγανοποίηση μιας τέτοιας υπόθεσης από την πολιτική ατμόσφαιρα.

Τώρα όμως το λίστα-γκέιτ μπαίνει πια σε άλλη φάση. Τον λόγο έχει το δικαστήριο. Από αυτή την άποψη, η παραπομπή του Γιώργου Παπακωνσταντίνου μπορεί να είναι για τον ίδιο λυτρωτική. Θα κριθεί, επιτέλους, από τον φυσικό του δικαστή. Μέχρι τώρα έχει περάσει από πολύ πιο άγρια «δικαστήρια».