Ο ένας θέτει ως όρο για την πραγματοποίηση μιας συνάντησης Τσίπρα με Σαμαρά να μην είναι παρών ο Βενιζέλος. Ο άλλος δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να συναντήσει μια μέρα τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, δεν θα πέσει όμως τόσο χαμηλά ώστε να το ζητήσει κιόλας. Γενικά παρατηρείται μια δυσκολία των αρχηγών της αντιπολίτευσης, και ιδιαίτερα του ΣΥΡΙΖΑ και του Ποταμιού, για να συναντήσουν τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Γιατί;

Εχουν δοθεί διάφορες απαντήσεις. Οτι «θεσμικά» συναντάται ένας αρχηγός με το νούμερο ένα της κυβέρνησης, όχι και με το νούμερο δύο. Οτι άλλο οι τετ α τετ συναντήσεις και άλλο η συνεδρίαση των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Οτι εν πάση περιπτώσει, όπως είπε γλαφυρά χθες στον 9,84 ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Σταύρος Κοντονής, «αν θέλει να μας δει ο Σαμαράς, ας το κάνει χωρίς τον κηδεμόνα του». Καμιά από τις απαντήσεις αυτές δεν είναι πειστική. Ο Τσίπρας, ο Θεοδωράκης, ενδεχομένως και άλλοι αρχηγοί, δεν έχουν πρόβλημα να φωτογραφιστούν με τον Σαμαρά, αρνούνται όμως να εμφανιστούν στο ίδιο κάδρο με τον Βενιζέλο. Σαν να φοβούνται μη μολυνθούν. Από τι;

Μπορεί να καταλογίσει κανείς πολλά στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ (και απείρως περισσότερα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ). Ανάμεσα σε αυτά είναι η εξουσιομανία, η αλαζονεία, η ιντριγκομανία, η υποκρισία και πολλά ακόμη ουσιαστικά με την ίδια ή διαφορετική κατάληξη. Οι «58» δικαιούνται να τον κατηγορούν ότι τους διέλυσε (παρόλο που αργά ή γρήγορα θα διαλύονταν κι από μόνοι τους). Δεν μπορεί να παραγνωρίσει όμως κανείς το γεγονός ότι την πιο κρίσιμη στιγμή της πρόσφατης Ιστορίας της χώρας έδωσε το «παρών» παρά τη φθορά που γνώριζε ότι θα έχει. Κι ότι όταν αγορεύει στη Βουλή, δίνει ρεσιτάλ.

Το πολιτικό μέλλον του Βενιζέλου, όπως και το μέλλον του κόμματός του θα καθοριστούν χωρίς αμφιβολία από τα αποτελέσματα των επόμενων εκλογών. Ας μην τρελαίνονται, λοιπόν, οι υπόλοιποι αρχηγοί. Κι ας μην προσπαθούν να μας πείσουν ότι, αν γίνει τελικά η επίμαχη συνάντηση, θα έχει αντικείμενο μόνο την εξωτερική πολιτική. Μπορούν να θίξουν και άλλα ζητήματα, δεν θα τους παρεξηγήσουμε.