Οι αγορές προεξοφλούν τα πάντα: από την πτώση μιας κυβέρνησης έως μια οικονομική καταστροφή. Ηταν επόμενο ότι θα έσπευδαν και στην περίπτωση της Ελλάδας…

Η χώρα μας έχει διανύσει πέντε χρόνια υφεσιακού μαραθωνίου: η μείωση του ΑΕΠ έχει ξεπεράσει το 25%, η ανεργία κινείται σε τριτοκοσμικά επίπεδα, οι επενδύσεις καρκινοβατούν.

Παρ’ όλ’ αυτά, η Ελλάδα έχει «γυρίσει» το παιχνίδι σε πολλά πεδία: οι οίκοι αξιολόγησης προχώρησαν σε αναβαθμίσεις, το πρωτογενές πλεόνασμα ως προς το ΑΕΠ είναι πλέον από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη και οι τράπεζες πέρασαν χωρίς προβλήματα τα αυστηρά τεστ.

Τι απομένει; Ο περιβόητος «πολιτικός κίνδυνος» – η αίσθηση της πολιτικής αβεβαιότητας, η οποία κλιμακώνεται καθημερινά ανεβάζοντας τα ελληνικά επιτόκια δανεισμού, αλλά και αποτρέποντας ξένους επενδυτές να προχωρήσουν σε κινήσεις.

Πρόκειται για την επανάληψη της πολιτικής παθογένειας που μας οδήγησε στην κρίση χρέους και στα Μνημόνια. Μπροστά στις πολιτικές εξελίξεις που προκύπτουν από τη συνταγματική πρόβλεψη της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με αυξημένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση συναγωνίζονται στο πεδίο του λαϊκισμού – πριονίζοντας το κλαδί της χώρας, πάνω στο οποίο κάθονται και οι ίδιες…

Πόσο κοστίζει ο πολιτικός κίνδυνος;

Το πόσο ακριβά – για την Ελλάδα – τον τιμολογούν οι αγορές, το γνωρίζουμε ήδη. Και ενδεχομένως δεν έχουμε δει ακόμα όλο το έργο. Το χειρότερο όμως είναι ότι δεν τον αποτιμούν έτσι οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις. Αρνούμενες ακόμα και την ιδέα μιας μίνιμουμ συνεννόησης – που θα μπορούσε να καθησυχάσει τις αγορές στέλνοντας μηνύματα συνέχειας και συνέπειας από την ελληνική πλευρά – διακινδυνεύουν την επάνοδο σε καταστάσεις ακόμα και χειρότερες από εκείνες του 2012, όταν είχε τεθεί σε αμφισβήτηση ακόμα και η συνέχιση της ελληνικής παρουσίας στην ευρωζώνη.