Στον αγώνα της Βραζιλίας με τη Γερμανία, στην ιστορική εκείνη εφτάρα, ήταν με τη Βραζιλία. Αυτή η προτίμηση μπορεί να διαβαστεί και αλληγορικά –αν θεωρήσουμε ότι η Σελεσάο εκπροσωπεί το συναίσθημα και η Νατσιονάλμανσαφτ τον άτεγκτο ορθολογισμό. Ο Στουρνάρας για όσους τον ξέρουν είναι φύσει Βραζιλία. Κι ας τον συνοδεύει ο στερεοτυπικός χαρακτηρισμός του τεχνοκράτη.

Το πιστοποιεί και η πορεία του στο γήπεδο της μνημονιακής πολιτικής. Δεν έπαιξε σαν Σβαϊνστάιγκερ των αριθμών. Ως υπουργός Οικονομικών έμαθε να ντριμπλάρει, δείχνοντας δεξιότητες μάλλον άσχετες με την επιστημονική του κατάρτιση. Και κυρίως άντεξε όταν κλήθηκε να παίξει τον ρόλο του αμορτισέρ στις πιέσεις των βουλευτών της ΝΔ, ακόμη και του ίδιου του αντιπροέδρου της κυβέρνησης.

Αντεξε, αλλά δεν θα άντεχε περισσότερο. Από το υπουργείο, λένε, έφυγε ανακουφισμένος. Και έφυγε όχι για να επιστρέψει άδοξα στο πανεπιστήμιο. Αλλά για να πάρει –χάρη στην εμπιστοσύνη του Σαμαρά, αλλά και των Ευρωπαίων –το τιμόνι της κεντρικής τράπεζας. «Αποκατάσταση» κάθε άλλο παρά αυτονόητη για κάποιον που έχει κρατήσει το πιο τοξικό χαρτοφυλάκιο στον δυτικό κόσμο.

Για την έκβαση της ελληνικής περιπέτειας τα στρες τεστ των τραπεζών ήταν ματς-κλειδί. Δεν είναι μόνο ότι μένουν άθικτα τα 11,4 δισ. του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας –που η κυβέρνηση θα ήθελε να διατεθούν στη μεταμνημονιακή γραμμή πίστωσης ως ασπίδα στις αγορές, ώστε να μη χρειαστεί νέος δανεισμός. Είναι κυρίως το σταθεροποιητικό αποτέλεσμα που έχει η βαθμολογία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για το οικονομικό κλίμα.

Ηταν ένα αποτέλεσμα που δεν ήρθε μόνο του. Χρειάστηκε οι τράπεζες να αξιολογηθούν όχι στατικά –με βάση τη «φωτογραφία» του καχεκτικού 2013 –αλλά δυναμικά, αφού ληφθούν υπόψη και τα προγράμματα εξυγίανσής τους. Από την Τράπεζα της Ελλάδος επιμένουν ότι η Φρανκφούρτη χρειάστηκε να πειστεί –αλλά δεν μας έκανε χάρη.

Είναι ένα αποτέλεσμα για το οποίο ο Στουρνάρας έχει λόγους να αισθάνεται δικαιωμένος, ιδίως αν θυμηθεί κανείς ότι ο διορισμός του στην Τράπεζα της Ελλάδος δεν ήταν ανέφελος. Επρεπε να περάσει μέσα από την ομίχλη της καχυποψίας ισχυρών παραγόντων της τραπεζικής αγοράς. Τώρα που οι τράπεζες βγαίνουν στο ξέφωτο, μένει να φανεί αν θα διαλυθούν και οι καχυποψίες.

Ούτως Ή άλλως, η δουλειά του κεντρικού τραπεζίτη δεν θα είναι εύκολη. Υπάρχει η καυτή εκκρεμότητα των κόκκινων δανείων. Και ο πολιτικός ορίζοντας παραμένει θολός.

Για τον Στουρνάρα το στρες τεστ ξεκίνησε πριν από δυόμισι χρόνια. Και συνεχίζεται.