Σοσιαλισμός ή τίποτε. Ή εμείς ή αυτοί. Ο κόσμος του Παναγιώτη Λαφαζάνη είναι απλός. Είναι ο κόσμος που περιγράφεται στις χθεσινές τροπολογίες της Αριστερής Πλατφόρμας και δεν χωράει κανέναν άλλον. Κανέναν παρά μόνο τους πιστούς. Είναι ο κόσμος της κομματικής καθαρότητας.

Η χθεσινή διαφωνία στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε τίποτε πρωτότυπο. Ηταν πράξη του ίδιου έργου. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πια ανάγκη να κηρύττει στους ήδη προσηλυτισμένους. Προσπαθεί να προσεγγίσει νέα ακροατήρια. Κάθε φορά όμως που η λαφαζανική πτέρυγα μυρίζεται κεντρώα μετατόπιση, ξυπνάει σαν Ερινύα. Και ενεργοποιείται για να κρατήσει το κόμμα στη δογματική νομιμότητα.

Θα πει κανείς, και τι έγινε; Τα μεγάλα κόμματα έχουν την ευρυχωρία που επιτρέπει τέτοιες διαφωνίες. Ομως εδώ ο καβγάς δεν γίνεται, όπως άλλοτε στα μεγάλα κόμματα, για τη νομή της εξουσίας. Το χάσμα είναι γνήσια πολιτικό. Και θα μπορούσε να συνοψιστεί μονολεκτικά: ευρώ.

Ο Λαφαζάνης είναι κάθε άλλο παρά ασυνεπής. Λέει ό,τι έλεγε και πριν από είκοσι χρόνια. Κι εδώ έγκειται η ασυμμετρία της πολιτικής του παρουσίας. Η εσωκομματική επιρροή του είναι εντελώς δυσανάλογη προς την κοινωνική απήχηση των απόψεών του. Για να το πούμε σχηματικά, εκπροσωπεί την πλατφόρμα του 3% και επιχειρεί να ορίσει τη ρότα ενός κόμματος του 30%.

Μέχρι στιγμής ο Τσίπρας αντιμετωπίζει την εσωκομματική του αντιπολίτευση κατευναστικά –αν όχι φοβικά. Προσπαθεί κάθε φορά να διασκεδάζει τις κατηγορίες περί «πασοκοποίησης», ενδίδοντας ενίοτε στις ενστάσεις –όπως στη συγκρότηση των ψηφοδελτίων για τις ευρωεκλογές και την αυτοδιοίκηση –ή ακόμη και αναδεχόμενος τα προτάγματα της μειοψηφίας. Ποιος ξεχνάει ότι στην προεκλογική περίοδο του 2012 είχε ο ίδιος επωμιστεί το κόστος του λαφαζάνειου αφορισμού ότι το «νόμισμα δεν είναι φετίχ»; Εκτοτε φάνηκε σε πολλές περιπτώσεις ότι, αν και ο Αλαβάνος είχε φύγει, ο Τσίπρας είχε να αντιμετωπίσει νέον επίδοξο κηδεμόνα.

Στην αρχή υπήρχε η ανομολόγητη ελπίδα ότι το εσωκομματικό πρόβλημα θα εξατμιζόταν αφ’ εαυτού. Θα το «έλυνε», έλεγαν, η προσδοκία της εξουσίας. Ομως το φάρμακο δεν πιάνει. Τα γκάλοπ τονώνουν την προσδοκία χωρίς να θεραπεύουν το πολιτικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ από τον αντιευρωπαϊσμό και τα παλαιοκομμουνιστικά κλισέ της κομματικής μειοψηφίας.

Ο χρόνος λιγοστεύει. Από τον τρόπο που αντέδρασε στην έκρηξη των σπρεντ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να έχει καταλάβει ότι η ανασφάλεια στην οικονομία βλάπτει σοβαρά και τον ίδιον.

Μπορεί ο Τσίπρας να αναβάλλει διαρκώς το συμμάζεμα; Εχει την πολυτέλεια να πάει στις εκλογές με το ένα τρίτο του κόμματός του να αμφισβητεί τα θεμελιώδη του κυβερνητικού του προγράμματος;

Το ερώτημα πια για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ είναι αν ο Λαφαζάνης είναι φετίχ.