Οι πρόσφατες υποβαθμίσεις της Γαλλίας και της Φινλανδίας είναι δικαιολογημένες, γιατί οι οικονομίες τους παρουσιάζουν διαρθρωτικά προβλήματα που πρέπει κάποτε να διορθωθούν. Ομως, οι αδυναμίες αυτές δεν θα ήταν καταλυτικές αν η Ευρώπη δεν είχε οδηγηθεί από τη Γερμανία σε μια αδιέξοδη πορεία. Ειδικότερα η Γερμανία, η οποία κυριαρχεί πλέον σε πολιτικό επίπεδο, επιμένει να επιβάλλει στις ευρωπαϊκές χώρες ένα μοντέλο «νοικοκυρέματος» που φέρνει μεν κάποια θετικά βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα αλλά υπονομεύει τη μακροπρόθεσμη οικονομική προοπτική της Ευρώπης.

Μέχρι σήμερα, μόνο η Γερμανία έχει ωφεληθεί από αυτή την τακτική («μετανάστευση» καταθέσεων από τον Νότο, δανεισμός με μηδενικά επιτόκια, πολλαπλασιασμός της επιρροής της κ.λπ.), όμως η επιτυχία της είναι πρόσκαιρη, αφού δεν θα μπορεί να διατηρήσει τη σημερινή οικονομική και πολιτική ισχύ σε μια εξασθενημένη Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.

Ακόμη και οι μηχανισμοί αντιμετώπισης της κρίσης χάνουν ένα μέρος από την ισχύ τους μέσα σε ένα πλαίσιο εκφυλισμού των οικονομιών των ευρωπαϊκών χωρών. Π.χ. όσο οι υποβαθμίσεις κρατούν, ο ESM θα αναγκάζεται να δανείζεται με υψηλότερα επιτόκια, επιβαρύνοντας τους ευρωπαίους πολίτες.

Τέλος, οι πρόσφατες υποβαθμίσεις (και όσες θα ακολουθήσουν) δημιουργούν ένα δυσμενές περιβάλλον για τη χώρα μας, αφού η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών τις καθιστά απρόθυμες να συναινέσουν στο κούρεμα των δανείων που μας έχουν χορηγήσει. Παράλληλα, αυτή ακριβώς η επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης θα έχει ως αποτέλεσμα να περιορίσουν την καταναλωτική τους δαπάνη, δυσκολεύοντας την προσπάθειά μας να ενισχύσουμε τις εισροές μας από τον τουρισμό και τις εξαγωγές.

* Ο Μιχάλης Γκλεζάκος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά