Το τηλεφώνημα έδειχνε σοβαρό. Η ανδρική φωνή στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής προσιδίαζε σε άτομο με αποφασιστικότητα. Με πυγμή. Με «έχω πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα και τον πάω πέρα δώθε».

–Η κυρία Θεοδώρα Μπακογιάννη; ρώτησε την Ντόρα, τη γνωστή Ντόρα, τη φίλη μου.

–Παρακαλώ, εγώ είμαι, απάντησε εκείνη με φωνή που –αν και δεν ήμουν μπροστά –ένα στιγμιαίο «πετάρισμα» αποσταθεροποίησης (θα) το είχε.

–Είστε κάτοικος Αθηνών; ξαναρώτησε η official φωνή.

–Μάλιστα, εδώ και πολλά χρόνια…

–Πολύ ωραία. Σας τηλεφωνώ από τη Νέα Δημοκρατία για να σας καλέσω στην εκδήλωση που πραγματοποιεί το κόμμα μας το προσεχές Σάββατο (σήμερα δηλαδή)…

Οπως ήταν φυσικό και λογικό, ανακουφισμένη η φίλη Ντόρα πήρε τον τύπο στο «ψιλό».

–Με συγχωρείτε, έχετε μπροστά σας έναν κατάλογο με τους βουλευτές του κόμματος;

–Οχι, γιατί;

–Θα σας χρειαστεί για την επόμενη φορά που θα με πάρετε στο τηλέφωνο. Πριν το κάνετε ρίξτε μια ματιά και μετά, αν είναι, τηλεφωνήστε μου…

Επίσης, θα προσθέσω εγώ, την επόμενη φορά που θα πραγματοποιήσουν εκδήλωση στη Νέα Δημοκρατία –η σημερινή είναι για τα 40 χρόνια από την ίδρυση του κόμματος –ας ξεκινήσουν την «κινητοποίηση» από τους οπαδούς! Οι βουλευτές εκόντες άκοντες θα είναι παρόντες να ακούσουν τον αρχηγό…

Οι πρώτοι γίνανε (ούτε) τελευταίοι

Με αφορμή αυτό το γεγονός και όλα όσα –σοβαρά –εξελίσσονται στο προσκήνιο και κυρίως στο παρασκήνιο, ρώτησα αν ο πρόεδρος Αντώνης προτίθεται να… ακούσει και κανέναν άλλον από τη Νέα Δημοκρατία, ώστε να ξεφύγει και λίγο από την ιδρυματοποίηση που έχει υποστεί στο Μέγαρο Μαξίμου συζητώντας μονίμως με τον «απαραίτητο» κύριο Χρύσανθο.

Μου εξήγησαν –ο άνθρωπός μου στο Μαξίμου δηλαδή –ότι «μα αυτό το νόημα έχει το ότι κάθε τόσο πηγαίνει στο εντευκτήριο της Βουλής και συνομιλεί με τους βουλευτές».

Εξαιρετικά! Είναι εκεί όπου γίνεται βαθιά πολιτική συζήτηση του είδους «πώς τον βλέπεις εφέτος, πρόεδρε, τον Ολυμπιακό» –«γαύρος» ΚΑΙ αυτός, έλεος πια!..

Αναφέρθηκα προηγουμένως στο υπέροχο περιστατικό με την αγαπημένη Ντόρα και παρεμπιπτόντως πληροφορήθηκα κάτι που με έκανε έξω φρενών –αν και δεν ανήκω στην Κεντροδεξιά, ως γνωστόν. Στην πανηγυρική εκδήλωση του τύπου «επιστροφή στις ρίζες» που έγινε το περασμένο Σάββατο στη Χαλκιδική ΔΕΝ προσκλήθηκε η Μαριέττα Γιαννάκου!

Επίσης δεν είχε προσκληθεί έως χθες ούτε στη σημερινή στο Μουσείο Μπενάκη.

Θα μου πεις, τι σε κόφτει εσένα ποιον καλούν και ποιον όχι στις εκδηλώσεις τους, και θα συμφωνήσω. Αλλά δείχνει κάτι αυτό το πράγμα. Διότι η Μαριέττα, ενημερώνω τους αδαείς περί τα εσωκομματικά, ήταν στη Χαλκιδική το 1979, στο πρώτο συνέδριο της ΝΔ. Μα είναι πράγματα αυτά;

Επιφοίτηση

Προφανώς δεν είναι, αλλά έτσι όπως έχουμε γίνει άντε να βρεις άκρη σε αυτόν τον αχταρμά! Το καλύτερό μου δηλαδή εμένα, αλλά δεν το κάνω θέμα. Αντιθέτως. Περιμένω πώς και πώς να αρχίσει τη Δευτέρα η συζήτηση της πρότασης για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση προκειμένου να σκάσει λίγο χαμόγελο το χειλάκι μας το πικραμένο από τη σκληρή όψη της ζωής που αντικρίζουμε καθημερινά (μα τι είπα πάλι ο άνθρωπος!).

Με ενημέρωσαν ότι η πρόταση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση ήταν μια ακόμη μεγαλειώδης, θα τη χαρακτηρίσω, ιδέα του προέδρου Βαγγέλη, η οποία, λέει, του γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και την επεξεργάστηκε κατά το ταξίδι της επιστροφής. Μπορώ να το φανταστώ: όλοι οι άλλοι γύρω στην business να ροχαλίζουν (διότι γι’ αυτό την πληρώνεις την business, για να κοιμηθείς και να ξεπεράσεις ευκολότερα το jet lag όταν φθάσεις στον προορισμό σου) και ο πρόεδρος Βαγγέλης, ακουμπισμένος βαθιά στην πολυθρόνα, να διαλογίζεται. Τέλειο;

Το ερώτημα είναι πώς πείστηκε με τόση ευκολία ο πρόεδρος Αντώνης. Διότι ο πρόεδρος Βαγγέλης έχει κατά καιρούς και άλλες ωραίες ιδέες του είδους «ποιον να κάνουμε πρόεδρο για να τη φέρουμε στον ΣΥΡΙΖΑ» (χμμμ…), αλλά ο άλλος φρίκαρε και ούτε να ακούσει.

Αυτή τη φορά τι έπαιξε και είπε το «ναι»; Τι;

Θέλω κι εγώ υπουργείο

Απορίες είναι αυτές, σιγά. Εχω και άλλες. Για την ακρίβεια, όχι εγώ. Βουλευτές. Εκ των ανεξαρτήτων. Συνάντησα έναν από αυτούς αμέσως μόλις ανακοινώθηκε η κίνηση-ματ (κατά τους κυβερνητικούς) της πρότασης εμπιστοσύνης. Τον ρώτησα αν θα ψηφίσει υπέρ της κυβέρνησης, διότι όσο να ‘ναι εκλογές πλησιάζουν και κάπου λογικά θα ενταχθεί για να είναι υποψήφιος στις επόμενες εκλογές.

Και τι μου είπε, αν έχετε Θεό;

–Κοίτα φίλε, δεν θα ψηφίσω. Διότι αυτοί της Νέας Δημοκρατίας με παίζουν. Ηρθε ένας και μου έκανε κουβέντα, υποτίθεται, από μέρους του αρχηγού τους. Αυτό πριν από το καλοκαίρι. Υποτίθεται επίσης ότι μετά θα μου έφερνε μια πρόταση. Ε, λοιπόν, χάθηκε. Ούτε ξαναφάνηκε στο τηλέφωνο. Αντίθετα, οι άλλοι του ΣΥΡΙΖΑ με έχουν από κοντά. Να μην ψηφίσω για Πρόεδρο. Και μου λένε, «δεν μας ενδιαφέρει που είσαι δεξιός, αρκεί που είσαι πατριώτης και κατά των Μνημονίων». Με συγχωρείς, δηλαδή, τι θέλεις να κάνω; Να περιμένω τους άλλους που έχουν εξαφανιστεί;

–Και τι θα έπρεπε να κάνουν για να υποδηλώσουν το ενδιαφέρον τους; ρώτησα βέβαιος ότι έφτανα στο «διά ταύτα».

–Να μου προτείνουν υπουργείο. Φεύγει ο Αβραμόπουλος. Συγγνώμη, υπάρχει καλύτερος από εμένα να τον αντικαταστήσει στο υπουργείο Αμυνας; Οχι. Αλλά αυτοί ψάχνουν κάτι τελειωμένους για να να βάλουν. Δεν είναι σοβαροί οι άνθρωποι. Πάει και τελείωσε.

Οντως, δεν είναι σοβαροί, συμφωνώ και εγώ.

(Το όνομα του κυρίου το έχω σε πρώτη ζήτηση, αν ενδιαφέρεται κανείς από το Μαξίμου.)

Πολύ κακό για το τίποτα

Αντιθέτως, δεν μπορώ να συμφωνήσω με τον πανικό που έχει ενσπείρει ένθεν κακείθεν της Κεντροαριστεράς η προοπτική επανένταξης του μπαρμπα-Φώτη στον ΣΥΡΙΖΑ. Και δεν μπορώ (να συμφωνήσω) επειδή δεν καταλαβαίνω τι μέγεθος πολιτικό είναι πλέον η ΔΗΜΑΡ της οποίας ηγείται ο μπαρμπα-Φώτης.

Με τους μισούς δημαρίτες να έχουν ήδη οδεύσει προς Το Ποτάμι του αρχηγού Σταύρου (Σταυράκη, καλημέρα), κάτι σκόρπιους να ψάχνονται με το ΠΑΣΟΚ, λογικό δεν είναι ό,τι απέμεινε να στραφεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ μήπως και διασωθεί; Εδώ ο μπαρμπα-Φώτης έφτασε στο σημείο να δηλώνει ότι δεν τον ενδιαφέρει η Προεδρία της Δημοκρατίας ώστε να γίνει χωρίς μεγάλους κραδασμούς η επανένταξή του στον ΣΥΡΙΖΑ. Τι να λέμε τώρα;

(Εκτός και αν φαντάζεται ότι θα τον προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ ως Πρόεδρο, οπότε… πάσο!)
Ντουφεκιές στον αέρα

Ως κίνηση τακτικισμού δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι απορριπτέα η απόφαση των δύο κυβερνητικών εταίρων να ζητήσουν από τη Βουλή ανανέωση της εμπιστοσύνης της. Είναι μια δημοκρατική, συνταγματικά κατοχυρωμένη πρακτική, και υπό την έννοια αυτή ουδείς μπορεί να την απαγορεύσει στην κυβέρνηση που διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας.

Αν υπάρχει ένα θέμα, αυτό πραγματικά δεν συνδέεται με το αν η κυβέρνηση είχε το δικαίωμα να αναζητήσει ανανέωση της εντολής. Το θέμα αφορά αποκλειστικά εάν και κατά πόσο θα την ωφελήσει πολιτικά. Πολλοί βιάστηκαν να εκτιμήσουν ότι με τον τρόπο αυτόν η κυβέρνηση κερδίζει μια άνετη πορεία ώς την προεδρική εκλογή του Φεβρουαρίου –δηλαδή μιλάμε με άλλα λόγια για την εξαγορά πολιτικού χρόνου διάρκειας σχεδόν τεσσάρων μηνών.

Θα πρόσθετε κάποιος ότι η κυβέρνηση στη φάση που βρίσκεται, και σε καθεστώς μόνιμης αμφισβήτησης των επιλογών της, ακόμη και από το εσωτερικό της, έχει ανάγκη αυτόν τον χρόνο για να οργανωθεί, να φέρει επιτυχώς σε πέρας τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα και από τα τέλη Δεκεμβρίου και μετά να ασχοληθεί με τον εντοπισμό του προσώπου το οποίο θα συνθέσει την πλειοψηφία των απαιτούμενων 180 εδρών της προεδρικής εκλογής.

Ναι, αλλά ποιος εγγυάται ότι αυτοί οι τέσσερις μήνες θα είναι ανέφελοι; Οτι θα κυλήσουν χωρίς ενδοκυβερνητικές κρίσεις που θα τη φέρουν –ακόμη και οι μικρότερες –μπροστά στο φάσμα της διάλυσης του κυβερνητικού συνασπισμού ΝΔ – ΠΑΣΟΚ;

Γνώμη μου είναι ότι τίποτε δεν εγγυάται ότι το διάστημα που θα μεσολαβήσει ώς την προεδρική εκλογή θα είναι ένα γόνιμο διάστημα. Αντιθέτως όλα πιστοποιούν ότι οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που υποχρεούται λόγω Μνημονίων να αναλάβει η κυβέρνηση μπορεί να εξελιχθούν σε Βατερλώ, και οι ψηφοφορίες σε πύλη αποχώρησης και άλλων βουλευτών.

Και υπάρχει πάντα και το ιστορικό παράδειγμα του Οκτωβρίου του 2011, όταν ο Γ. Παπανδρέου επεζήτησε και έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή για να παραιτηθεί τρεις ημέρες αργότερα και να παραδώσει την εξουσία στον Λ. Παπαδήμο. Γιατί αυτού του είδους οι κινήσεις προσομοιάζουν περισσότερο με ντουφεκιές στον αέρα παρά με κινήσεις ουσίας που παράγουν αποτέλεσμα…