Στο έργο του Στρίντμπεργκ δύο σύζυγοι προσπαθούν να συνυπάρξουν αλληλοεξοντώνοντας ο ένας τον άλλον. Σαν να λένε μεταξύ τους «ο θάνατός σου, η ζωή μας». Το σκέφτομαι από προχθές το βράδυ. Από τότε δηλαδή που καταγράφω την παραπάνω δραματουργική συνθήκη χαρακτηριστικά τροποποιημένη: «ο θάνατός του, η ζωή μας».

Την Τρίτη, τελευταία ημέρα πληρωμής του ΕΝΦΙΑ, ένας 70χρονος πέθανε περιμένοντας στην ουρά για να πληρώσει τον φόρο. Αμέσως άρχισε ο άλλος χορός του θανάτου, χωρίς ίχνος από την ποιητικότητα του σουηδού δραματουργού. «Ο ΕΝΦΙΑ σκοτώνει», «Ο πρώτος νεκρός», «ΕΝΦΙΑλτικός θάνατος»…

Και όσο ο λαϊκισμός τρόχιζε εκείνα τα σπαθιά του λόγου που διόλου δεν μου αρέσουν, η αντίρροπη δύναμη, που προέκυψε από μια κλειστή στροφή του μυαλού όσων εκλαμβάνουν την εξοντωτική φορολογία ως πρόοδο, έξυνε τα νύχια της. Σχεδόν κατηγορώντας για τον θάνατό του τον ίδιο τον νεκρό. Με ξεχαρβαλωμένη λογική και χιούμορ και αφορολόγητο κανιβαλισμό. «Δηλαδή αν πεθάνεις πάνω στο σεξ, φταίει η άλλη που άργησε να έρθει σε οργασμό». Μεταξύ λαϊκισμού και κανιβαλισμού λοιπόν, επιλέγω να σταθώ στη μέση. Και σε αυτήν καθαυτή την τραγικότητα ενός θανάτου στην ουρά. Ο Στρίντμπεργκ θα είχε σίγουρα κάτι να γράψει για έναν άνθρωπο που επί 70 χρόνια πρόλαβε όλα του τα ραντεβού (δίκαια ή άδικα) και πέθανε στην προσπάθειά του να είναι συνεπής στο τελευταίο.

Και αν κατηγορηθώ ως μετριοπαθής, θεωρώ στην εποχή μας τη μετριοπάθεια ακραία θέση.