Ας το πούμε σχηματικά. Ας πούμε ότι στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι το επίπεδο «Βατικανό»: οι πρωτοβουλίες που σκηνοθετούνται μόνο για να εντυπωσιάσουν. Το δεύτερο είναι το επίπεδο «Βερολίνο»: οι κινήσεις που γίνονται αλλά δεν λέγονται.

Ο Γιάννης Δραγασάκης δεν είναι για ταξίδια στο Βατικανό. Ο ρόλος του είναι να ασκεί τη «ρεαλπολιτίκ» του κόμματος στα ραντεβού με τον Ασμουσεν και τον Στουρνάρα. Να ετοιμάζει δηλαδή με πραγματισμό αυτό που ο ίδιος είχε πρώτος ορίσει ως «βίαιη ωρίμαση».

Πριν επωμιστεί αυτό τον ρόλο, ο Δραγασάκης είχε βρεθεί εκ των πραγμάτων σε ακούσια αντιπαράθεση με αυτό που θα λέγαμε «βίαιη ανωριμότητα». Ως κοινοβουλευτικός παράγοντας, ενσάρκωνε το θεσμικό μέτρο απέναντι στις υπερβολές κάποιων συντρόφων του που ασκούσαν το βουλευτικό λειτούργημα ως προέκταση του ακτιβισμού της πλατείας.

Τελευταία η Κουμουνδούρου φαίνεται ότι επιδιώκει μια ελεγχόμενη δημοσιοποίηση των αποστολών που αναλαμβάνει ο Δραγασάκης και οι λοιποί του οικονομικού επιτελείου του κόμματος. Τα ραντεβού ανακοινώνονται –για να δίνεται η εικόνα της υπευθυνότητας –αλλά η ατζέντα καλύπτεται πάντοτε από ένα πέπλο ασάφειας. Αυτή η σκόπιμη ασάφεια, που χαρακτηρίζει την εν γένει στάση του ΣΥΡΙΖΑ έναντι των εταίρων, αφήνει μεγάλα περιθώρια για καχυποψία. Πέρα από τις αδωνικές υστερίες, ο επαμφοτερίζων τρόπος με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να συναντηθεί με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα τον αφήνει έκθετο στην κατηγορία ότι σκοπίμως κρατάει ένα μέρος του προγράμματός του στο σκοτάδι.

Η κατηγορία βέβαια δεν μπορεί να στραφεί προσωπικά εναντίον του Δραγασάκη. Εκείνος ερμηνεύει την ελληνική κρίση σε άλλον τόνο από ό,τι οι περισσότεροι στο κόμμα του. Μόλις χθες εξηγούσε ότι το πρόβλημα της οικονομίας δεν ήταν πρωτίστως το δημοσιονομικό. Ηταν το «χρόνιο παραγωγικό πρόβλημα». «Το μοντέλο» είπε, «δεν είναι βιώσιμο», πρέπει να βελτιώσουμε τις «εξαγωγικές μας επιδόσεις», να τονώσουμε «την εξωστρέφεια της Οικονομίας».

Ούτε χώρα-πειραματόζωο, ούτε αποικία χρέους, ούτε ιερεμιάδες κατά των μερκελιστών. Μόνο ψύχραιμες διαπιστώσεις που μάλλον είναι κοινός τόπος για το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κόσμου. Κοινός τόπος που, όμως, αποφεύγει τις ακανθώδεις λεπτομέρειες για το πώς αντιμετωπίζονται οι επείγουσες ανάγκες αύριο το πρωί.

Ο,τι κι αν κρύβει στο συρτάρι του ο ΣΥΡΙΖΑ, αν δεν είχε τον Δραγασάκη θα έπρεπε να τον εφεύρει. Ως κόμμα που φιλοδοξεί να πείσει ευρύτερα ακροατήρια, έχει ανάγκη από μια νηφάλια φιγούρα που να καταπραΰνει τις αγωνίες περί απειρίας και ανευθυνότητας. Με όρους σημειολογικούς, ο Δραγασάκης είναι η γραβάτα που ισοσκελίζει τα ανοιχτά πουκάμισα.