Ο Πωλ-Ζαν Υσσόν, πρωταγωνιστής του συγκλονιστικού βιβλίου του Ρομαίν Σλοκόμπ «Κύριε Διοικητά» (εκδ. Πόλις), είναι ένας μεγαλοαστός συγγραφέας από καλή οικογένεια και ήρωας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη διάρκεια του καθεστώτος του Βισύ αναγκάζεται να παρακολουθήσει ο ίδιος τον βασανισμό μέχρι θανάτου δύο αντιστασιακών. Πέφτει ο ίδιος θύμα εκβιασμού από μέλη της γαλλικής μυστικής αστυνομίας που συνεργάζονται με ποινικούς καταδίκους. Και ερωτεύεται παράφορα ο ίδιος τη νύφη του, που είναι Εβραία. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει ένας φανατικός αντισημίτης, πιστός οπαδός του Πεταίν και του Χίτλερ, που θεωρεί παράλογη τη δημοκρατική θεωρία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πιστεύει ότι «φθάνεις στο φως περνώντας από το μονοπάτι του σκότους».

Ανθρωποι σαν τον Υσσόν υπήρχαν εκείνη την εποχή εκατοντάδες χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια, στη Γαλλία, όπως βέβαια και στην Ιταλία και στη Γερμανία. Δεν ήταν παραπλανημένοι, υποστήριζαν συνειδητά τους φασίστες και τους εθνικοσοσιαλιστές, είτε από φόβο είτε από συμφέρον ή επειδή συμφωνούσαν με αυτή την ιδεολογία. Μετά τον πόλεμο άλλοι παρέμειναν σταθεροί στις απόψεις τους, άλλοι έκαναν στροφή 180 μοιρών κι άλλοι απλώς εξαφανίστηκαν. Σήμερα, στη Γερμανία και την Ιταλία η επιρροή των νεοναζί είναι μικρή (και η ανοχή σε τέτοιες συμπεριφορές μηδενική), ενώ στη Γαλλία οι περισσότεροι πολίτες με τέτοιες απόψεις υποστηρίζουν το Εθνικό Μέτωπο.

Με άλλα λόγια, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι καταρχήν «καλοί» ή εραστές της δημοκρατίας. Για τη δημοσκοπική σταθερότητα της Χρυσής Αυγής δεν φταίει ούτε η κρίση ούτε η έλλειψη πειθαρχίας στην οικογένεια και στο σχολείο (όπως άκουσα να λέει ένας πανεπιστημιακός στο ραδιόφωνο). Κάποιοι συμπατριώτες μας γουστάρουν χούντες, πάει και τελείωσε. Και δεν τους αλλάζουν γνώμη ούτε οι δολοφονίες ούτε οι συλλήψεις (αν δεν τους πεισμώνουν κιόλας). Η ιστορία μιας χώρας παίζει αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση των συνειδήσεων, η παιδεία λειτουργεί μακροπρόθεσμα, αλλά η κακία και η βαρβαρότητα πάντα θα καραδοκούν και θα αναζητούν ευκαιρία να εκδηλωθούν. Η δημοκρατία πρέπει, λοιπόν, να επαγρυπνά και να εφαρμόζει αυστηρά τους νόμους. Τα υπόλοιπα είναι δουλειά των ψυχαναλυτών.