Είναι δουλειά του υπουργείου Πολιτισμού, είναι δουλειά της κυβέρνησης να ενημερώνει το κοινό για την εξέλιξη μιας ανασκαφής, όσο σημαντική κι αν είναι αυτή; Και πριν από την ενημέρωση, είναι δουλειά του υπουργείου Πολιτισμού να ακολουθεί κατά πόδας τους αρχαιολόγους ή να συγκαλεί συσκέψεις για να πληροφορηθούν πολιτικά στελέχη την εξέλιξη μιας ανασκαφής; Και οι αρχαιολόγοι; Είναι δουλειά των αρχαιολόγων να είναι συντονισμένοι με τους κρατικούς επιτελείς και τους υπαλλήλους τους, οι οποίοι προσδοκούν «κάτι μεγάλο»; Μήπως δουλειά τους είναι, περισσότερο, η απρόσκοπτη έρευνα και η μελέτη, η εξαγωγή συμπερασμάτων και η δοκιμασία τους, πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα, στην επιστημονική κοινότητά τους, η οποία και είναι η μόνη αρμόδια να κρίνει το έργο τους;

Δεν ξέρω ποιες είναι οι συνήθεις πρακτικές στα δυτικά κράτη αλλά, γενικώς, οι δύο στερεότυπες εικόνες για τον αρχαιολόγο που έχουν κυριαρχήσει είναι και οι δύο πλαστές. Ο αρχαιολόγος δεν είναι Ιντιάνα Τζόουνς, η δουλειά του δεν είναι η θησαυροθηρία. Επίσης, δεν μπορεί να είναι ένα πρόσωπο στην υπηρεσία μιας εθνικής αντίληψης για την επιστήμη. Ενδεχομένως, τον 19ο αιώνα η αρχαιολογία, ως συστατικό του ρομαντικού εθνικισμού της εποχής, να δικαιολογούνταν στον ρόλο του επιβεβαιωτή αυτού που οι δάσκαλοι αποκαλούν «εθνικότητα της γης». Αλλά σήμερα είναι αφελές να πιστεύει κανείς πως ό,τι βρίσκεται στο έδαφος μιας χώρας επιβεβαιώνει οτιδήποτε μπορεί να έχει σχέση με τη σημερινή εθνική ταυτότητα των κατοίκων της.

Αλλά τότε γιατί η κυβέρνηση και, πιθανόν, το σύνολο του πολιτικού συστήματος επιμένουν να διαβάζουν με αυτό τον τρόπο την αρχαιολογία; Την απάντηση έδωσε μερικά χρόνια νωρίτερα ο παλαιός καθηγητής Αντώνης Ζώης, ο οποίος έκανε λόγο για «το σύνδρομο της Βεργίνας». Τι είδους σύνδρομο είναι πάλι αυτό; Είναι, έλεγε ο Ζώης, η αβάσταχτη ελαφρότητα της ελληνικής αρχαιολογίας που επέλεγε να κινείται σε «σχεδόν απλοϊκά πλαίσια». Αλλά τι εξυπηρετούν η «στενή τυπολογία» ή και ο «υποκειμενικός αισθητισμός με ψευδοαντικειμενικά κριτήρια» της τάσης που κυριαρχεί;

Στην πραγματικότητα, ένα μόνο: η αρχαιολογία δέχεται να μπει αρωγός στην προσπάθεια της πολιτικής να αποδείξει μια υποτιθέμενη σημερινή ισχύ στηριγμένη στα ερείπια. Δεν είναι και ό,τι καλύτερο για την επιστήμη να απεμπολεί την ανεξαρτησία της για να γίνει ουρά μιας, όποιας, εθνικής πολιτικής. Οι κρυμμένοι θησαυροί του παρελθόντος είναι, ασφαλώς, μια γοητευτική ιστορία, το φανερώνει η δημοσιότητα γύρω από τα ευρήματα. Αλλά, πάλι, μια ανασκαφή όπως αυτή στην Αμφίπολη πρωτίστως είναι υπόθεση εκείνων που έχουν την ευθύνη της. Οι αρχαιολόγοι, δηλαδή, δεν είναι υπάλληλοι των πολιτικών και των σκοπιμοτήτων τους.